29/5/10

Η Ομάδα Ανάγνωσης συναντιέται με τον συγγραφέα Σωτήρη Δημητρίου

image

Κοντά μας την Δευτέρα 31 Μαΐου 2010 στις 8 μμ ο συγγραφέας Σωτήρης Δημητρίου.

Η συνάντηση θα γίνει στο κτήριο της Βιβλιοθήκης Λιβαδειάς, στην Αίθουσα Εκδηλώσεων (3ος όροφος).

Ο Σωτήρης Δημητρίου γεννήθηκε το 1955 στον Αμπελώνα (Πόβλα) της Θεσπρωτίας. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Έχει βραβευτεί με το βραβείο διηγήματος της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ και δύο φορές με το βραβείο διηγήματος του περιοδικού διαβάζω. Επίσης, το μυθιστόρημά του Ν’ ακούω καλά τ’ όνομά σου ήταν υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, στα γερμανικά και στα ολλανδικά.

27/5/10

Σωτήρης Δημητρίου, Εργογραφία

Πεζογραφία:
Ντιάλιθ’ιμ, Χριστάκη. Αθήνα, Ύψιλον, 1987
Αθήνα, Κέδρος, 1990

Ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη. Αθήνα, Κέδρος, 1989

Ν’ ακούω καλά τ’ όνομά σου. Αθήνα, Κέδρος, 1993

Η φλέβα του λαιμού. Αθήνα, Πατάκης, 1998

Η βραδυπορία του καλού. Αθήνα, Πατάκης, 2001

Τους τα λέει ο Θεός. Αθήνα, Μεταίχμιο, 2002

Τα οπωροφόρα της Αθήνας. Αθήνα, Πατάκης, 2005

Σαν το λίγο το νερό. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2008

Τα ζύγια του προσώπου. Αθήνα, Πατάκης, 2009

Ποίηση:
Ψηλαφήσεις. Αθήνα, Δωδώνη, 1985

Άλλες εκδόσεις:
΄Ασεμνες ιστορίες (συλλογικό). Αθήνα, Πατάκης, 1997

Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο (συλλογικό). Αθήνα, Κέδρος, 1997

22/5/10

Κρατικά Βραβεία Θεατρικών Έργων 2009

image Ανακοινώθηκαν τα Κρατικά Βραβεία για τους τρεις διαγωνισμούς συγγραφής θεατρικών έργων από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού.

Στην κατηγορία «Συγγραφή Θεατρικού Έργου» από τα 49 υποψήφια έργα, επιλέχτηκε για το πρώτο Βραβείο το θεατρικό του Σωτήρη Ευγενείς αγωνίεςΣαμπάνη «» (χρηματικό έπαθλο 9.000 ευρώ). Τη δεύτερη θέση καταλαμβάνει ο Μιχάλης Κόκκορης με το «Στάχτη και Burberry» (5.000 ευρώ), ενώ με το τρίτο Βραβείο τιμήθηκε ο Μιχαήλ Άνθης για το έργο του «Ογδόντα οκτώ» (3.00 ευρώ).

Στον διαγωνισμό για «Νέους Θεατρικούς Συγγραφείς» υποβλήθηκαν συνολικά 123 έργα. Το Πρώτο Βραβείο απέσπασε η Βιβή Πηνιώτη με το θεατρικό της «Ο θάνατος του Αντονέλο» (8.000 ευρώ), το Δεύτερο Βραβείο ο Χρήστος Αγγελάκος («Οι δυο μας τώρα», 5.000 ευρώ) και την τρίτη θέση μοιράστηκαν ο Στυλιανός Αθανασούλιας και ο Αντώνης Περιστεράκος, για τα έργα τους, «Η αναμονή» και «Του παππού το γέλιο», (3.000 ευρώ).

Στην ενότητα συγγραφή Παιδικού Θεατρικού Έργου, δεν δόθηκε το Πρώτο Βραβείο, τιμήθηκαν όμως με τη δεύτερη και τρίτη θέση, αντίστοιχα, η Αγγελική Δαρλάση («Τότε που κρύψαμε έναν άγγελο», 5.000 ευρώ) και η Μάγια Δεληβοριά («Αδέλφια ενωμένα ποτέ νικημένα» 3.000 ευρώ).

πηγή

21/5/10

Η απονομή των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2009

image Το αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη υποδέχτηκε συγγραφείς, δημιουργούς και φίλους των γραμμάτων, για τη φετινή απονομή των Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείών 2009, ενός θεσμού που κλείνει φέτος 52 χρόνια ζωής.

Τα βραβεία αναλυτικά:

Το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας απονεμήθηκε από τον υπουργό Πολιτισμού Πάυλο Γερουλάνο στον Νάνο Βαλαωρίτη. "Με αυτό το βραβείο δικαιώνεται η ανανεωτική γραφή και θεωρία και περιλαμβάνει όλα αυτά για τα οποία αγωνίστηκα ενώ αφιερώνεται στη μνήμη του Εγγονόπουλου, του Εμπειρίκου, και του Παγουλάτου", είπε ο Νάνος Βαλαωρίτης.

Το Βραβείο ποίησης, έλαβε φέτος ο Λευτέρης Πούλιος, για το βιβλίο του "Η κρυφή συλλογή", των εκδόσεων Κέδρος.

Βραβείο διηγήματος, έλαβαν ο Τόλης Νικηφόρου για το βιβλίο "Ο δρόμος για την Ουρανούπολη", των εκδόσεων Νεφέλη και ο Αργύρης Χιόνης για το βιβλίο "Το οριζόντιο ύψος και άλλες φυσικές ιστορίες" των εκδόσεων Κιχλή.

Βραβείο μυθιστορήματος έλαβε ο Γιάννης Ατζάκας για το βιβλίο "Θολός Βυθός", των εκδόσεων Άγρα.

Βραβείο Δοκιμίου Κριτικής έλαβε ο Χρίστος Ρουμελιωτάκης για το βιβλίο "Ασκήσεις αυτογνωσίας", των εκδόσεων Τυπωθήτο

Βραβείο Χρονικού Μαρτυρίας, έλαβε η Αλεξάνδρα Ιωαννίδου για το βιβλίο "Υπόθεση Γκράνιν, η λογοτεχνική κριτική στο εδώλιο, η δίκη της 'Επιθεώρησης Τέχνης' το 1959 και η απολογία του Κώστα Κουλουφάκου", των εκδόσεων Καστανιώτης.

Βραβείο Μετάφρασης έργου ελληνικής λογοτεχνίας σε ξένη γλώσσα, έλαβε ο Λεωνίδας Λίου για το έργο του Οδυσσέα Ελύτη "Το άξιον εστί", στην κινεζική γλώσσα.

Βραβείο Μετάφρασης έργου ξένης λογοτεχνίας στην ελληνική γλώσσα έλαβε η Άννα Παπασταύρου για το βιβλίο "Ιστορία σαν παραμύθι" του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο από την ιταλική γλώσσα, των εκδόσεων Πατάκη

Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου έλαβαν, η Λότη Πέτροβιτς - Ανδρουτσοπούλου για το βιβλίο "Η προφητεία του κόκκινου κρασιού" και η Φωτεινή Φραγκούλη για το βιβλίο "Εφτά ορφανά μολύβια ...εφτά ιστορίες", των εκδόσεων Ελληνικά Γράμματα.

Βραβείο Εικονογράφησης Παιδικού Βιβλίου έλαβαν η Κατερίνα Βερούτσου για το βιβλίο του Μάνου Κοντολέων "Νεράιδα πάνω στο έλατο" και ο Θανάσης Δήμου για το έργο του "Μια χειμωνιάτικη ιστορία".

Βραβείο Βιβλίου Γνώσεων για παιδιά έλαβε ο Σάκης Σερέφας για το βιβλίο «Ένας δεινόσαυρος στο μπαλκόνι μου».

Βραβείο Λογοτεχνικού περιοδικού έλαβαν τα περιοδικά "Πορφυρός", από την Κέρκυρα και "Εντευκτήριον" στη Θεσσαλονίκη.

Τέλος, φέτος, για πρώτη φορά, μέρος από τα αντίτυπα βραβευμένων έργων που αγοράζει το Υπουργείο Πολιτισμού θέτει ως στόχο να μην κατευθύνονται μόνο σε οργανωμένες βιβλιοθήκες πολιτιστικών φορέων εντός και εκτός της χώρας, αλλά εκεί όπου μέχρι σήμερα το βιβλίο ήταν είδος εν ανεπαρκεία, όπως οι φυλακές και τα καταστήματα κράτησης νέων.

Ο υπουργός Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος κατά την τελετή απονομή των Βραβείων, τόνισε ότι το Υπουργείο Πολιτισμού προχωρά στον αναγκαίο εκσυγχρονισμό των Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων, με τη θέσπιση νέων βραβείων, που θα ενισχύσουν και θα αναδείξουν νέες, παραγωγικές δυνάμεις του ελληνικού βιβλίου.

Έτσι θεσπίζονται τα εξής νέα βραβεία:

Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα, που μπορεί να λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής της δυναμικής κάθε νέου δημιουργού.

Βραβείο Εφηβικού/Νεανικού βιβλίου, που έρχεται να καλύψει ένα υπάρχον κενό, δίνοντας έμφαση στην ευαίσθητη αυτή περίοδο της ζωής κάθε ανθρώπου.

Βραβείο Μετάφρασης έργου της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, που υπογραμμίζει τον ιδιαίτερο πλούτο της αρχαίας μας γραμματείας και ενθαρρύνει τη στροφή προς λιγότερο μεταφρασμένα έργα.

Ειδικό θεματικό βραβείο, που θα απονέμεται σε βιβλίο το οποίο προάγει τον διάλογο για ευαίσθητο κοινωνικό ζήτημα. Το Βραβείο αυτό θα μπορεί να απονέμεται τόσο σε έλληνες δημιουργούς όσο και σε δημιουργούς που δεν έχουν την ελληνική υπηκοότητα αλλά ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα.

πηγή

Το βιβλίο «ταξιδεύει» σε πλατείες και δρόμους

image Μπορείτε να φανταστείτε τον Λευκό Πύργο περικυκλωμένο από βιβλία; Κι όμως εν όψει του πέμπτου Ελληνικού Συνεδρίου Bookcrossing που θα γίνει στη Θεσσαλονίκη από τις 21-24 Μαϊου οι ανυποψίαστοι περαστικοί θα δουν κι άλλα παρόμοια «ανεξήγητα» φαινόμενα. Για όσους δεν γνωρίζουν, η πρακτική του bookcrossing που είναι δημοφιλής στο εξωτερικό, συνίσταται στο να αφήνει κάποιος ένα βιβλίο σε δημόσιο χώρο, για να το βρουν και να το διαβάσουν άλλοι, οι οποίοι με τη σειρά τους θα κάνουν το ίδιο.

Με αφορμή το συνέδριο των bookcrossers θα πραγματοποιηθεί ανοιχτή συζήτηση στο Κεντρικό Αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στις 22 Μαϊου και ώρα 18:00, με θέμα «Βιβλίο και Internet». Στην εκδήλωση θα συμμετέχουν οι συγγραφείς Άρης, Δημοκίδης, Σοφία Νικολαϊδου, Αλέκος Παπαδόπουλος, Γιώργος Σκαμπαρδώνης και ο εκδότης-βιβλιοπώλης του Ιανού, Νίκος Καρατζάς. Συντονίστρια θα είναι η Αφροδίτη Ποιμενίδου, διευθύντρια των εκδόσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Κατά τη διάρκεια του 5ου Συνεδρίου Bookcrossing δεκάδες βιβλία θα «απελευθερωθούν», οι συμμετέχοντες θα μιλήσουν και θα γνωριστούν με Έλληνες συγγραφείς ενώ θα βραβευτούν και οι νικητές του διαγωνισμού φωτογραφίας «Βιβλίο στο αστικό τοπίο». Για αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με το πρόγραμμα του συνεδρίου, μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα www.bookcrossers.gr.

πηγή

20/5/10

Ο Oscar Wilde και οι επιρροές του στη μουσική σκέψη

Ο ιρλανδός λογοτέχνης, ποιητής, κριτικός και θεατρικός συγγραφέας Oscar Wilde με το πλούσιο έργο του έχει εμπνεύσει αρκετούς γνωστούς μουσικούς στο να συνθέσουν κάθε είδος μουσικής.

Στην κλασική μουσική έδωσε την αφορμή με τα έργα του να γραφτούν όπερες, συμφωνικά ποιήματα, ορχηστρικές σουίτες, μπαλάντες, κύκλοι τραγουδιών, αλλά και μεμονωμένα τραγούδια.

Στα τελευταία 50 χρόνια, διάφορα έργα του υπήρξαν η αφορμή για δημιουργία μιούζικαλ, ροκ τραγουδιών και κινηματογραφικής μουσικής που μοιραία επένδυσε την κινηματογραφική μεταφορά κάποιου από τα πολλά μυθιστορήματα που έγραψε.

Κυρίαρχη θέση βέβαια κατέχουν το μυθιστόρημα Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι και το τελευταίο του έργο-επιστολή De Profundis.

Φέτος συμπληρώνονται 110 χρόνια από τον θάνατό του· γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου του 1854 και πέθανε στις 30 Νοεμβρίου του 1900.

Το μοναδικό του μυθιστόρημα, Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι, εκδόθηκε στην τελική του μορφή το 1891, ενώ από το 1890 είχε παρουσιαστεί στο περιοδικό Lippincott's Magazine, στο τεύχος του Ιουλίου. Αρκετοί κριτικοί αναγνωρίζουν σε αυτό αυτοβιογραφικά στοιχεία και παραλληλισμούς ανάμεσα στον κεντρικό ήρωα και στον συγγραφέα.

Το συγκρότημα του εναλλακτικού ροκ Television Personalities περιλαμβάνει το Α Picture Of Dorian Gray στο πρώτο τους άλμπουμ And Don't The Kids Just Love It που κυκλοφόρησε το 1980.

Οι Motley Crue αναφέρουν το όνομα Dorian Gray στο τραγούδι τους New Tattoo που υπάρχει στο ομώνυμο άλμπουμ, το ίδιο κάνουν και οι Libertines στο τραγούδι Narcissist, που αναρωτιούνται Δεν θα ήταν ωραία να ήμασταν έστω και για μία μέρα ο Dorian Gray; Ο James Blunt στο Tears and Rain και οι Styx στο τραγούδι του 1980 Sing For The Day.

Το συγκρότημα του power metal, Demons & Wizards, έγραψε το Dorian, που είναι βασισμένο στο βιβλίο, και ο Darren Hayes το The Future Holds Α Lion's Heart για το άλμπουμ τους This Delicate Thing We've Made, που είναι αναφορά στον πίνακα.

Οι U2 στο The Ocean τραγουδούν: Α Picture In Grey Dorian Gray/Just me By the Sea και οι Smiths στο Cemetery Gates: So let's go where we're wanted/And Ι Meet you at the cemetery gates/ Keats and Yeats are on your side/But you lose Cause weird lover Wilde is on mine.

Στον χώρο της κλασικής μουσικής, ο Boris Arapov έγραψε το 1971 το μπαλέτο The Picture Of Dorian Gray. Τον ίδιο τίτλο έχουν και οι όπερες που έγραψαν ο αμερικανός Lowell Liebermann το 1997, ο γεννημένος στην Αγγλία, Αυστραλός W. Arundel Orchard το 1919 και ο Γερμανός Hans Schaeuble.

Τέλος, ο Αμερικανός Herbert Stothart έγραψε τη μουσική για την ταινία τού 1945, στην οποία έπαιζαν οι George Sanders, Hurd Hatfield, Angela Lansbury και Donna Reed.

Η Suzanne Vega συνεργάζεται με τον John Cale στο αφηγηματικό τραγούδι The Long Voyage, που βασίζεται στο ποίημα Silhouettes και κυκλοφόρησε ως μέρος του άλμπουμ τού γάλλου παραγωγού Hector Zazou Chansons des Mers Froides το 1994.

Από τα θεατρικά του έργα, το Importance Of Being Earnest είναι αυτό που έχει διασκευαστεί τις περισσότερες φορές σαν μιούζικαλ, αλλά για κάποιο παράξενο λόγο ποτέ δεν έγινε πραγματική επιτυχία. Πρωτοπαίχτηκε στις 14 Φεβρουαρίου του 1895 στο Λονδίνο και το 1963 ο Erik Chisholm ολοκλήρωσε την όπερα που βασίστηκε στο έργο τού Wilde.

Στα τέλη της δεκαετίας τού '50 παίζονται αρκετά μιούζικαλ με το ίδιο θέμα. Το 1957, το Found In Α Handbag, με μουσική του Allon Bacon, έναν χρόνο αργότερα, το Half In Ernest παίζεται στο Κόβεντρι, με μουσική του Vivian Ellis, την ίδια χρονιά παίζεται και το Ernest in Time, το 1959, το Ernest.

Κωμωδία σε τέσσερις πράξεις ήταν το Lady Windermere's Fan, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Λονδίνο στις 22 Φεβρουαρίου του 1892.

Το μιούζικαλ After The Ball που δημιούργησε ο Noel Coward το 1954, ήταν μάλλον η πιο πετυχημένη μεταφορά έργου τού Oscar Wilde στο θέατρο σαν μιούζικαλ, ανέβηκε μάλιστα ξανά το 1999. Από το ίδιο έργο εμπνεύστηκε η Chrissie Hynde των Pretenders την επιτυχία τους Message Of Love.

Το 1960 ανεβαίνει εκτός Μπρόντγουεϊ το μιούζικαλ Ernest in Love, με πρωταγωνιστές τους John Irving στον ρόλο του Jack και τον Louis Edmonds στον ρόλο του Algernon. Οι κριτικές ήταν ανάμεικτες και το 2005, μεταφρασμένο, το ίδιο έργο θα παρουσιαστεί στην Ιαπωνία.

Το 1984, το Importance του Sean Ο'Mahoney θα κάνει το ντεμπούτο του στο Λονδίνο, όπου θα παιχτεί μόνο για 29 παραστάσεις στο θέατρο «Ambassadors».

Η Σαλώμη, θεατρικό έργο που παρουσιάστηκε στο Παρίσι το 1896, έγινε μονόπρακτη όπερα από τον γερμανό συνθέτη Richard Strauss και παρουσιάστηκε το 1905 στη Δρέσδη. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του συνθέτη. Ο Antoine Mariotte θα έλθει σε αντιδικία με τον Strauss για το ποιος έγραψε πρώτος όπερα με θέμα τη Σαλώμη, η δικιά του πάντως, αν και γραμμένη, θα παιχτεί το 1908.

Την ίδια χρονιά (1905), ο Henry Hadley θα γράψει ένα συμφωνικό ποίημα που θα εμπνευστεί από το θεατρικό έργο τού συγγραφέα. Συμφωνικό ποίημα είναι και η Σαλώμη τού Alexander Krein, Op. 19 (1929).

Μουσική για μπαλέτο που είναι βασισμένη στο έργο θα γράψουν οι Peter Maxwell Davies και Emil Petrovics το 1978.

Οι Flor Alpaerts (1918), Leonard Bernstein (1955), Alexander Glazunov, Constant Lambert (1929) και Alexander Tcherepnin θα γράψουν μουσική επένδυση για διάφορες παραστάσεις με θέμα τη Σαλώμη του Wilde.

Ο Pete Doherty θα γράψει τη δικιά του Salome για το άλμπουμ του Grace/ Wastelands, που κυκλοφόρησε το 2009.

Η συλλογή ιστοριών για παιδιά, που κυκλοφόρησε το 1888 με τον τίτλο The Happy Prince and Other Tales και η οποία περιλαμβάνει πέντε ιστορίες, έδωσε την έμπνευση σε αρκετούς μουσικούς με εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις.

Από το Happy Prince το συγκρότημα La De Das, από τη Νέα Ζηλανδία, δημιούργησε μία ροκ όπερα το 1969.

Το Nightingale and the Rose έγινε μονόπρακτη όπερα από τον ιταλό συνθέτη Renzo Bossi το 1910. Σε όπερα το διασκεύασαν ο Αυστραλός Hooper Fraser-Simpson το 1927, ο Αγγλος Jonathan Rutherford το 1966 και η Ρωσίδα Elena Firsova το 1991.

Μουσική για μπαλέτο με το ίδιο θέμα έγραψαν οι David Earl, Friedrich Voss, Janis Kalnins και Hooper Brewster-Jones.

Το θεατρικό έργο Φλωρεντινή τραγωδία έδωσε την ευκαιρία στον Sergei Prokofiev να γράψει την όπερα Maddalena το 1911, αλλά ποτέ δεν την παρουσίασε όσο ζούσε. Τελικά η χήρα του Lina ζήτησε από τον άγγλο μουσικό Edward Downes να τη βοηθήσει και η όπερα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1980.

Με το ίδιο θέμα είχε ασχοληθεί και ο Γερμανός Alexander von Zemlinsky. Η πέμπτη από τις επτά συνολικά όπερες που παρουσίασε ήταν, το 1917, η Eine Florentinische Tragodie, Op. 16.

Το De Profundis, του 1905, έχει γίνει ορατόριο από τον Frederic Rzewski το 1991 και ο Larry Sitsky το διασκεύασε σε μονόδραμα.

Από τα υπόλοιπα ξεχωρίζουν το ποίημα The Ballad of Reading Gaol, που το έκανε τραγούδι με τον τίτλο Each Man Kills The Things He Loves ο Gavin Friday, η σύντομη ιστορία The Birthday Of the Infanta, που έγινε μπαλέτο από αρκετούς μουσικούς. Το ποίημα Requiescat έγινε τραγούδι από αρκετούς συνθέτες.

Τραγούδια έγιναν επίσης τα ποιήματά του Les Ballons, Ε Tenebris, La Fuite de la Lune από τον Charles Griffes, που έχει μελοποιήσει αρκετά από τα έργα τού Wilde, The Harlot's House, Impression du Matin, Impression: Le Reveillon, Le Jardin, Madonna Mia, La Mer και The Sphinx.

Ιδιαίτερα παραγωγικός στο λογοτεχνικό του έργο, ο Oscar Wilde έδωσε τη δυνατότητα σε πολλούς μουσικούς να το αξιοποιήσουν, με τη σειρά τους, στον δικό τους καλλιτεχνικό τομέα.

Από τον Κώστα Ζουγρή

18/5/10

Η άσεμνη Άννα Φρανκ

Του Γκαζμέντ Καπλάνι

Στην Ιταλία, κάποιος βουλευτής της Λίγκας του Βορρά, ονόματι Γκριμόλντι, πρότεινε στον υπουργό Παιδείας να λογοκρίνει το «Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ». Επειδή, είπε, σε κάποια σελίδα του βιβλίου της η ηρωίδα «περιγράφει με εξονυχιστικές λεπτομέρειες τα απόκρυφα μέρη του σώματός της προκαλώντας ταραχή στους ανήλικους μαθητές». Ο βουλευτής εμπνεύστηκε την «ιδέα» αυτή έπειτα από διαμαρτυρία «ήσυχων οικογενειαρχών» ενός χωριού στη Βόρεια Ιταλία, οι οποίοι ανησύχησαν μήπως τα παιδιά τους γίνουν διεστραμμένα διαβάζοντας τις άσεμνες περιγραφές της Άννας Φρανκ.

imageΗ είδηση αυτή μου τράβηξε την προσοχή. Το «Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ» είναι από τα πιο αγαπημένα μου βιβλία. Ήταν το γενέθλιο δώρο της μητέρας μου όταν έγινα δεκατριών. Ήταν μια χειρονομία σαν πρόλογος για το βιβλίο. Η Άννα Φρανκ, όταν έγινε δεκατριών, έλαβε ως γενέθλιο δώρο το τετράδιο όπου έγραψε το «Ημερολόγιό» της. Όσα χρόνια και αν πέρασαν από τότε που το διάβασα για πρώτη φορά, την Άννα Φρανκ δεν τη φαντάστηκα ποτέ ως πορνοστάρ. Το πολύ να σκεφτόμουν την περιγραφή που ενόχλησε τους «ήσυχους οικογενειάρχες» ως ιδανική εισαγωγή για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των ανήλικων μαθητών, την οποία, φαντάζομαι, θεωρούν χυδαία και επικίνδυνη οι «ήσυχοι οικογενειάρχες». (Με αποτέλεσμα τα ανήλικα κορίτσια να μένουν συχνά έγκυοι από τα δεκαπέντε τους, γιατί κανείς στο σχολείο δεν τολμά να τους εξηγήσει κάποια στοιχειώδη πράγματα για το σώμα τους). Διαβάζοντας, λοιπόν, την Άννα Φρανκ άλλα πράγματα με είχαν ταράξει. Ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, ο ναζισμός. Η μοναξιά ενός παιδιού που επινοεί έναν φανταστικό συνομιλητή, την Κίτι, γιατί σε έναν κόσμο όπου επικρατεί το μίσος δεν έχει πια φίλες. Σε έναν κόσμο όπου σε μισούν για την καταγωγή σου δεν μπορείς να εμπιστευτείς πια κανέναν. Αλλά και όταν δεν μας μένει πια κανένας θέλουμε σε κάποιον να μιλήσουμε, να συνομιλήσουμε, να εξομολογηθούμε. Και εάν δεν υπάρχει θα τον επινοήσουμε. Η βαθύτερη υπαρξιακή ανάγκη του ανθρώπου, ακόμα και μέσα στην Κόλαση, είναι να έχει έναν συνομιλητή, έναν μάρτυρα, έναν καθρέφτη.

Οι «ήσυχοι οικογενειάρχες» από όλα αυτά συγκράτησαν μόνο την περιγραφή των απόκρυφων μερών του σώματος της Άννας Φρανκ. Ο καλύτερος τρόπος για να εκχυδαΐζεις το νόημα μιας ανθρώπινης μαρτυρίας. Την ίδια τη μνήμη του Ολοκαυτώματος. Αλλά πιθανόν, σκέφτομαι, να μην έχουν διαβάσει καν το βιβλίο. Να αρκέστηκαν, απλώς, σε μια πληροφορία ότι σε κάποια σελίδα του βιβλίου ένα έφηβο κορίτσι περιγράφει  το ξύπνημα της σεξουαλικότητάς της. Σε αυτήν την περίπτωση, αυτοί οι «ήσυχοι οικογενειάρχες» θα έμοιαζαν κάπως με όσους αποκαλούν επικίνδυνο το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια στους μετανάστες χωρίς να το έχουν καν διαβάσει. Εν πάση περιπτώσει. Ως συνεπείς οπαδοί της Λίγκας, οι «ήσυχοι οικογενειάρχες», φαντάζομαι, «διδάσκουν» στα παιδιά τους ότι οι Ιταλοί του Νότου είναι βρωμιάρηδες, οι Τσιγγάνοι δολοφόνοι που τρώνε παιδιά, οι μετανάστες εισβολείς που μολύνουν την καθαρότητα της φυλής, «δούρειοι ίπποι» που πρέπει να τσακιστούν. Όλα αυτά, φαντάζομαι, τα θεωρούν ευεργετικά για τα μυαλά των παιδιών τους ενώ η Άννα Φρανκ τους ενοχλεί. Πέρα από αυτό, οι «ήσυχοι οικογενειάρχες», νομίζω, πάσχουν προπαντός από το σύμπλεγμα του σωτήρα. Νιώθουν συνέχεια την ανάγκη να παίξουν τους σωτήρες των παιδιών τους. Και για να κάνεις τον σωτήρα πρέπει να ανακαλύπτεις συνέχεια και παντού κινδύνους και εχθρούς, εσωτερικούς και εξωτερικούς, κρυφούς και ύπουλους...


Άνθισαν οι μανόλιες

16/5/10

Η ποίηση είναι διά βίου διαδηλώτρια

Η Κική Δημουλά μοιράζεται τις αγωνίες και τους προβληματισμούς της μετά το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας

Συνέντευξη στην Ολγα Σελλα

Κική ΔημουλάΤρία χρόνια μετά την τελευταία της ποιητική συλλογή –«Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως»– και έπειτα από πολλές νέες διακρίσεις και βραβεία (το τελευταίο ήταν το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, τον περασμένο Μάρτιο στο Στρασβούργο) η ποιήτρια και ακαδημαϊκός Κική Δημουλά δεν επαναπαύεται. Την εβδομάδα που έρχεται κυκλοφορούν τα νέα της ποιήματα, πάντα από τις εκδόσεις «Ικαρος», με τίτλο «Τα εύρετρα».

Ο τίτλος παράδοξος, όπως σε όλες τις συλλογές της Κικής Δημουλά. Μοιάζει με την αμοιβή που εισπράττει όποιος βρίσκει έναν θησαυρό ή κάτι πολύτιμο που έχει χαθεί. Μια αμοιβή που αφορά, ασφαλώς, τόσο τη δημιουργό αυτών των ποιημάτων, όσο και τους αναγνώστες τους, οι οποίοι θα βρουν και θ’ ανταμειφθούν με τη γαλήνη της γνώσης και της αποδοχής. Για όσα τους τρομάζουν, και όσα εύχονται ν’ αποφύγουν.

Σ’ αυτά τα ποιήματα, η Κική Δημουλά βαδίζει πάντα στους δικούς της γνώριμους δρόμους έκφρασης, προσωποποιεί τις πιο καθημερινές λέξεις και τις πιο μεγαλειώδεις έννοιες: το «πολυάσχολο θνητό σήμερον», τις σελίδες που «κρυφογελούσαν», τον «ασίγαστο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του υπάρχω και του παύω». Οι πλευρές αυτού του αέναου εμφυλίου είναι η διαρκής έγνοια της σκέψης και των λέξεων της Κικής Δημουλά. Kαι μοιάζουν, εντέλει, αυτά τα «εύρετρα» σαν το απόσταγμα μιας βαθιάς εμπειρίας ζωής.

Ελπίδα

Μ’ αυτές τις μάχες καταγίνεται στην ποίησή της, τις ίδιες αγωνίες θίγει και στις συνομιλίες της. Οπως αυτή που ακολουθεί, λίγο πριν κυκλοφορήσει η νέα της ποιητική συλλογή. Στη συζήτησή μας, η Κική Δημουλά δεν προσπερνά καμία ερώτηση, δεν αποφεύγει καμία απορία. Απαντά σε όλα: για τη διαδικασία γραφής αυτών των ποιημάτων, για τα «εύρετρα» της δικής της διαδρομής, για την ελπίδα που δίνει η ποίηση στο δύσκολο σήμερα, για την ακριβή ζωή και τον ατιθάσευτο θάνατο.

– Σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση γύρω μας, ποια είναι τα «εύρετρα» που προτείνει η ποίηση, ως παρηγορία; Πού διακρίνετε την ελπίδα;

– Η ποίηση επειδή, όπως αρέσει τουλάχιστον στους ποιητές να πιστεύουν, έχει το άτυχο χάρισμα να προαισθάνεται, να προβλέπει τις δύσκολες καταστάσεις γύρω μας, είναι μια διά βίου διαδηλώτρια υπέρ των μοναχικών συμφερόντων της ύπαρξής της, με τη μοναδική όμως ιδιαιτερότητα ότι τα συμφέροντά της αποβαίνουν να είναι και συμφέροντα του ανθρώπου, επειδή το είναι της συμπίπτει με ό,τι είναι ο άνθρωπος και με τα όσα πάσχει. Πρόκειται για μια αέναη ελεύθερη πορεία λόγου, λέξεων, φιλήσυχη, που δεν κλείνει τους δρόμους, δεν εμποδίζει την κυκλοφορία των πεπρωμένων, απλώς τα καταγγέλλει στην ιθύνουσα έρημο, ότι παρκάρουν ατιμωρητί επάνω στου καθενός το πράσινο οικολογικό αύριο και το αφανίζουν. Πώς βοηθάει και πώς παρηγορεί; Δεν ξέρω αλήθεια. Ισως με το να περιγράφει τι ωραίες, γεμάτες, συναρπαστικές στιγμές μπορούμε να ζήσουμε, αρμενίζοντας με μια σάπια βάρκα που μπάζει νερά, έτοιμη να βουλιάξει, αλλά όχι μ’ ένα κότερο...

– Διατηρώντας τα βασικά κλειδιά της ποίησής σας (έρωτας, θάνατος, ζωή), σ’ αυτή τη συλλογή υπάρχει μια πικρή ωριμότητα, πιο βαθιά, πιο γαντζωμένη από τη ζωή. Ποιες καινούργιες γνώσεις έχετε κατακτήσει και μοιράζεστε με τους αναγνώστες σας;

– Το βασικό κλειδί της ποίησής μου, αν έχει κανείς τρόπο να εξασφαλίσει ένα τέτοιο κλειδί, και αν πρέπει να επιδιώκει την εξασφάλισή του ή να την αποφεύγει σαν κάτι που περιορίζει το οπτικό πεδίο των αναζητήσεων, είναι ο χρόνος. Παντού ο χρόνος... Ο έρωτας, ο θάνατος και η ζωή που αναφέρετε είναι οι καθημερινοί βαρυποινίτες έγκλειστοι του χρόνου. Τα κλειδιά τα κρατάει αυτός. Οσο για την ωριμότητα που διαπιστώνετε, έχω προ πολλού κατακτηθεί απ’ αυτή τη στάσιμη... απώλεια, κι άλλο δεν έχει. Μια ακόμα αναπαλαίωση των γνώσεών μου κάνω, που, όσο κι αν αυτό κατηγορείται ως επανάληψη, εγώ επειδή οφείλομαι στην επανάληψη, την τιμώ με το να επιδίδομαι συνειδητά σ’ αυτήν. Αλλωστε, το παρελθόν είναι ο μόνος σταθερός χρόνος.

Κι αυτά εδώ τα ποιήματα γράφτηκαν, σαν να επέστρεψα σ’ ένα παλιό αίσθημα, το οποίο βρήκα κάποτε στο παρελθόν, εντελώς ακατοίκητο, είχα εγκατασταθεί σ’ αυτό, διώχτηκα μετά, ξαναγύρισα τώρα σ’ αυτό, κι έτσι που το βρήκα πάλι άδειο, σταθερά ακατοίκητο, το αναπαλαίωσα με όσα έγραψα. Οσο για την πικρή γεύση, την επιφυλάσσουν όλες οι μετακινήσεις μας ακόμα κι αν οδεύουν προς Ανατολάς. Κι όσο πιο πικρή είναι αυτή η γεύση τόσο πιο πολύ απελπισμένα αγαπάει τη ζωή, ονειρεύεται τον ακμαίο, τον άφθονό της χρόνο. Αυτό το ένιωσα έντονα σήμερα το πρωί: καθώς βάδιζα βιαστικά, λαχανιασμένη, με μια βαριά λίστα υποχρεώσεων, νωρίς εννιά η ώρα, από κεντρικό δρόμο, προσπέρασα έναν από τους κάθετους πεζόδρομους, όπου στο εκτενές σκιερό μισό του, στα πάνινα καθίσματα καφενείου, καθόταν μόνον και μόνη μια νέα σχετικά γυναίκα, με την πλάτη χαλαρά γυρισμένη στην κίνηση, και διάβαζε βυθισμένη στην άπλα της, εφημερίδα. Τόσο αβίαστη και κυρίαρχη η απόλαυσή της, που ήταν σαν να καταλάμβανε όλα τα αδειανά καθίσματα. Αρπάχτηκα απ’ αυτή τη χασομέρικη εικόνα αναφωνώντας: αυτό είναι χρόνος.

Σχετικά τώρα με το τι νέες κατακτημένες γνώσεις μοιράζομαι με τους αναγνώστες μου, αφήνω να κρίνουν εκείνοι αν έβαψα επιτυχημένα, σαν καινούργια, την πρόσοψη, της εσωτερικής μου παλαιότητας.

– Οι αναγνώστες σας είναι κάθε ηλικίας, και πολλοί νέοι. Τι ελπίζετε να κρατήσουν από την ποίησή σας, σαν αντίδοτο στο δύσκολο σήμερα;

– Δεν ξέρω. Η λήθη τα αποφασίζει αυτά. Αν της αρέσουν, τους τα αφαιρεί, τα παίρνει για δικά της. Αν δεν της αρέσουν, θα τα παραχωρήσει στη μνήμη τους, επ’ αόριστον.

– Στην ποίησή σας είστε ρεαλίστρια, και προσπαθείτε να εξωραΐσετε με τις λέξεις όσα δεν αντέχει η ψυχή των ανθρώπων. Εχοντας ζήσει πολλά πράγματα, καλά και άσχημα, τι θεωρείτε ως ακριβότερο στη ζωή, τι εξακολουθείτε να μην μπορείτε να «τιθασεύσετε» ως μεγάλο δεινό;

– Ρεαλίστρια είμαι, αφού ύστερα από κάθε ταραχοποιό και μεγαλόσχημο όνειρο, που αφού με κάνει άνω κάτω μετά με παρατάει, βρίσκομαι να λέω πάντα με στόμφο: ούτως λοιπόν έχουσιν τα πράγματα, αναγνωρίζοντας την παντοδυναμία των πραγμάτων. Αυτά λοιπόν τα σκληρά πράγματα, προσπαθώ όχι να τα εξωραΐσω με τις λέξεις, γιατί δεν είναι καλλωπιστικές οι λέξεις που χρησιμοποιώ. Πιστεύω ότι έχουν διαρκέστερο στόχο: να χαράξουν σκληραγώγηση στην αντοχή των ανθρώπων.

Ως ακριβότερο στη ζωή; Τη ζωή, βέβαια, την ίδια. Τις συναρπαστικές της ανατροπές, με σταθερή την αφοσίωση σ’ αυτήν, του γνήσιου εαυτού μας. Πρέπει αυτός να μένει σε απόσταση ασφαλείας από τη μαγεία της κατασκευής στην οποία επιδίδεται η ποίηση, και απλώς, ως εκλεγμένος ευαίσθητος που είναι, να τρέπει προς μια ταξινομημένη ευαισθητοποίηση τις ακρότητές της. Τι δεν μπορώ να τιθασεύσω; Μα την περιφρόνησή μου προς τη Φύση, που επέτρεψε στον θάνατο και σε όσα τον προετοιμάζουν, να τη δυσφημεί τόσο ως αδύνατη. Αυτή τη μάνα τόσων υποσχέσεων, που δίνει με τις ωραιότητές της, στην αφελή διάρκεια.

– Σ’ αυτή τη συλλογή στρέφεστε περισσότερο προς το θείο, προς τον ουρανό, προς μια διάρκεια. Είναι έτσι;

– Ναι, τώρα τελευταία, καλώ ευκρινέστερα τον Θεό ή και τον ουρανό, να ζήσουν λίγο μαζί μας εδώ, στη Γη. Κι όποιος υπάρξει, μετά απ’ αυτή τη σύντομη εξακρίβωση...

– Εχετε την τύχη να έχετε χαρεί την αγάπη και του κοινού και της πολιτείας στο πρόσωπό σας, με πολλούς τρόπους. Υπάρχει κάτι που σας λείπει;

– Ευχαριστώ αλήθεια το κοινό που, αγαπώντας με, μου ανταποδίδει όσο παρανοημένη, πιθανόν, παρηγορία του δίνει η ποίησή μου. Κι όσο για το τι μου λείπει, ας το αφήσουμε, δε χωράει ούτε εντός ούτε εκτός καμιάς απέραντης παρένθεσης.

Tα εύρετρα

Tα ξεφύλλιζες, κοντοστεκόσουν κάθε τόσο
διάβαζες τάχα κάτι σε διαπερνούσε
αδιάβαστες κρυφογελούσαν οι σελίδες

μετά τα ζύγιασες όλα στη χούφτα σου
σα να ήταν κέρματα
χοντρικά τα εξετίμησες
ουκ ολίγα είπες
έκπληκτος πώς τ’ απέκτησες με ρωτάς.

Yποκριτή, γραμμή δε διάβασες
αλλιώς θα το ’βλεπες
το γράφω εδώ μέσα πρώτο πρώτο

τα εύρετρα είναι
εσύ μου τα έδωσες
επειδή σε βρήκα

σε μέτρησα και ήσουνα πολλά
ξαναμετρώ κι ήσουν αλλιώς
το άφησα να είσαι κι απ’ τα δυο
δε σου αφαίρεσα ούτε μία
απ’ τις χιλιάδες ωραιότητες που είχες
ούτε μισή απ’ τις πολύτιμες ασκήμιες σου
κόσμε.

15/5/10

Βιβλίο. Τι;

«Η λογοτεχνία είναι μια επινόηση στον δρόμο για κάτι άλλο».

J.Μ.G. Le Clezio*

Παίρνεις στα χέρια σου ένα βιβλίο και το εξετάζεις απ'όλες τις πλευρές, όπως κάνεις με το σώμα που ποθείς. Ψάχνεις να καταλάβεις, να συνεργαστείς, να εξερευνήσεις· ψάχνεις τον χώρο, τον χώρο του άλλου και τον χώρο τον δικό σου, εκεί όπου χωρά η γνώση, και η γεύση σου. Στην καλύτερη περίπτωση, πέφτεις σε άγνωστο. Συνεχίζεις όμως ν' ακουμπάς. Είναι ότι το βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου σ' ενδιαφέρει. Τα χνότα σας ταιριάζουν.

Το βιβλίο είναι δύσκολο. Θέλει κουράγιο και δύναμη. Μόνος μπαίνεις στο άγνωστο. Στην πιο απλή περίπτωση θα συναντήσεις τον εαυτό σου. Και αυτό τρομάζει. Είναι σαν να παίρνεις, μόνος σου, τον δρόμο του ταξιδιού, στο άγνωστο, στην τύχη. Στην ανάγνωση δεν χωράνε μάτια περισσότερα απ' τα δικά σου. Στην πρώτη σειρά κινδυνεύεις ν' ανακαλύψεις ότι δεν ξέρεις τίποτα, ότι δεν είσαι τίποτα ή, για να είμαστε πιο επιεικείς, ότι δεν είσαι αυτός που νόμιζες. Η γλώσσα είναι άλλη· είναι δύστροπη.

Τα εύκολα βιβλία είναι αυτά που διαβάζονται ευκολότερα - δηλαδή, που γράφονται ευκολότερα. Αυτά που δεν εμπεριέχουν κινδύνους. Στη χειρότερη, θα δεις ό,τι ήδη γνώριζες. Στην καλύτερη, θα σε χαϊδολογήσουν κιόλας. Είναι σαν να πηγαίνεις μέχρι τη γωνία του δρόμου σου, στο περίπτερο ή στο καφενείο, επαναλαμβάνοντας τα ίδια γνωστά σχόλια, κι εσύ και οι άλλοι. Μέχρι που θα εμφανιστεί αυτός ο πολύχρωμος, ο παράξενος, ο ανεξήγητος που θα καθήσει μια φορά για καφέ, απέναντί σου, και θα σε κοιτά αλλιώτικα και θα τον κοιτούν αλλιώτικα. Το καλό βιβλίο.

Τούτο το είδος έρχεται δύσκολα. Οπως και η αλήθεια που θέλει να ξεστομίσει ο κοντινός ή γείτονάς σου και δεν το κάνει για να μη σε πληγώσει, να μην πληγωθεί, να μη διακυβευτεί η καλημέρα. Τούτο το είδος είναι το πολύχρωμο, το παράξενο, το ανεξήγητο. Ξεκινάς να διαβάζεις και δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Σε κάθε αράδα νιώθεις να σου σκίζουν τα ρούχα, να σου φτύνουν τη σκέψη, να σου διαγράφουν τις αξιόλογες και μοναδικές εμπειρίες σου. Είσαι μουγκός. Ιδού η άλλη γλώσσα. Για να μάθεις ότι δεν είσαι μόνος.

Φτάνεις μεσάνυχτα με το τρένο σε μια ξένη πόλη. Βρέχει δυνατά. Βγαίνεις από τον σταθμό και σε κυριεύει πανικός. Πάει το γνωστό δωμάτιο, οι γνωστές διαδρομές, το ωράριο, πάει η ζωή ρυθμισμένη στην ώρα σου. Σε αυτήν την πόλη δεν υπάρχει γνωστός, ούτε φίλος ούτε τοίχος. Κι όμως. Εκπληξη. Ολα είναι δεμένα, απαραίτητα. Απλώς επιμένουν απέναντι.

Βλέπεις τις πλάτες των συνεπιβατών σου. Παίρνουν τον δρόμο τους, στο σπίτι τους, στη δουλειά, στην αγκαλιά τους. Ολοι στα διαγεγραμμένα τόξα τους. Κι εσύ μόνος, στέκεσαι, χωρίς πορεία, χωρίς στόχο, χωρίς νόημα. Εφυγες, μπήκες στη σελίδα, γιατί είχες αγγίξει όρια, δεν πήγαινε άλλο, πιεζόσουν, αναζητούσες τη διέξοδο.

Η λογική μιλάει πρώτη: «Χρειάζομαι ένα δωμάτιο». Περπατάς στον κεντρικό δρόμο, βρέχεσαι, στη μικρή τσάντα που ετοίμασες έχει μόνο μια μπλούζα, ένα σώβρακο, μια οδοντόβουρτσα, ένα άλλο βιβλίο. Ολοι βιάζονται κάτω απ' τη βροχή. Σταματάς έναν ηλικιωμένο κύριο, καλοβαλμένο, που γυρνάει με τον σκύλο του από τη γρήγορη βόλτα τους. Τον ρωτάς. Σε καθοδηγεί. Κουτσά-στραβά βρίσκεις τον δρόμο. «Δεν έχει δωμάτια». Βγαίνεις πάλι στη βροχή, ανήσυχος, αγχωμένος, στον πανικό του ξένου. Ψάχνεις ξανά. Αλλο τόπο να ξεκουράσεις το μυαλό που τρέχει, τρέχει, αλλά γνώριμο δεν πιάνει, να σταθεί, να ασφαλίσει. Τα κάνεις όλα γρήγορα, χωρίς βάση, χαμένος, μακριά από τη βάση σου.

Βλέπεις σ' ένα στενό ένα άλλο ξενοδοχείο. Ομορφο, απ' αυτά που σ' αρέσουν. Μικρό, παλιό, μυστήριο. Χωρίς ανέσεις, φθαρμένο, βασικό. Η κυρία που ανοίγει, παλιά, μυστήρια κι αυτή, σχεδόν τρομακτική, σ' αρέσει ακόμη περισσότερο. Νομίζεις ότι μπαίνεις σ' αυτά τα ύποπτα ξενοδοχεία κοντά στους σταθμούς των τρένων. Μόνο που είσαι μες στην πόλη. Και στον διάδρομο δεν μυρίζει ύποπτα ζευγάρια.

Γύρω δεν έχει ψυχή, δεν ακούς ψυχή, βρέχει, όλοι είναι μέσα, ήσυχοι. Ολοι είναι σίγουροι, ήρεμοι, προγραμματισμένοι. Ολα κάνουν τη δουλειά τους. Εσύ ήρθες από μακριά. Εσύ είσαι άλλος. Και τρέμεις, φοβάσαι. Σ' έχει πιάσει μια ταχυπαλμία, νιώθεις να 'χεις πυρετό. Αλλά δεν πρέπει να παραδοθείς. Δεν θες να φανεί. Βολεύεσαι προσωρινά. Οι σελίδες με κόπο γυρνάνε, τα λεπτά. Κάνεις ένα ντους, πίνεις λίγο νερό, ντύνεσαι και βγαίνεις έξω, «Η πόρτα ανοίγει έτσι. Οταν γυρίσετε, θα λείπω». Εντάξει. Εντάξει. Και η πόρτα κλείνει πίσω σου.

Ακουμπάς το βιβλίο στο κομοδίνο σου. Σβήνεις το φως. Και πέφτεις για ύπνο. Δεν κοιμάσαι αμέσως. Είσαι ταραγμένος από αυτά που διάβασες. Πώς να τα συνδυάσεις, να τα βάλεις σε μια γραμμή που να σου πηγαίνει. Ή το καταφέρνεις ή και όχι. Ή κοιμάσαι γρήγορα ή και όχι. Ή ταιριάζει σ' όνειρο ή και όχι. Μα τα φώτα έσβησαν. Την επομένη θα ξαναπιάσεις το βιβλίο. Ή και όχι. Δεν έχει σημασία. Για λίγο ταξίδεψες. Ξήλωσες έναν πόντο από τη σιγουριά σου. Με το επόμενο βιβλίο δεν θα 'σαι ίδιος. Θα 'ναι άλλη η πόλη. Και η παρέα.

Δημήτρης Δαλδάκης

* «J.Μ.G. Le Clezio» - Gerard de Cortanze - Gallimard, 2009

13/5/10

Από τα χρηματιστήρια στη λογοτεχνία

imageΧαμηλών τόνων, συμπαθής, φωτογενής. Η 32χρονη Κάλλια Παπαδάκη ήταν το νέο πρόσωπο που κέρδισε με την πένα του την εύνοια των κριτικών αλλά και η μόνη γυναίκα συγγραφέας που τιμήθηκε εφέτος με λογοτεχνικό βραβείο από το περιοδικό «Διαβάζω».
Γεννημένη στο Διδυμότειχο και μεγαλωμένη στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε χρηματοοικονομικά στη Νέα Υόρκη και στη Βοστώνη και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε σε χρηματιστηριακές εταιρείες. Παρακολούθησε μαθήματα σκηνοθεσίας στη Σχολή Σταυράκου, ενώ της αρέσει να διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα σκανδιναβών συγγραφέων επειδή έχουν πολύ χιούμορ και συνεργάζεται στη συγγραφή σεναρίων.
Το πρώτο βιβλίο της με τίτλο «Ο ήχος του ακάλυπτου» (εκδόσεις Πόλις) κυκλοφόρησε στις αρχές του 2009 και πήρε θετικές κριτικές. Πρόκειται για μια συλλογή έξι διηγημάτων που αφηγούνται ιστορίες καθημερινής τρέλας με πρωταγωνιστές τους ενοίκους μιας πολυκατοικίας στη σύγχρονη Αθήνα. Με αφορμή το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του «Διαβάζω» που έλαβε προχθές, επικοινωνήσαμε με την Κάλλια Παπαδάκη για να γνωρίσουμε καλύτερα μια συγγραφέα που έχει ήδη δημιουργήσει προσδοκίες για το λογοτεχνικό της μέλλον.
- Πότε ξεκινήσατε να γράφετε;
 «Η συγγραφή είναι πρώτα απ΄ όλα μεράκι, πρέπει να το έχεις μέσα σου. Μετά μαθαίνεις γράφοντας» λέει η Κάλλια Παπαδάκη, η μοναδική γυναίκα που βραβεύτηκε εφέτος από το «Διαβάζω» (ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ)
«Από παιδί το γράψιμο ήταν για μένα ένας διασκεδαστικός τρόπος έκφρασης, ένας τρόπος να περνάω τον χρόνο μου στο σχολείο. Πάντοτε είχα μια έφεση στα μαθήματα της γλώσσας. Δεν ξέρω πώς κατέληξα να σπουδάζω οικονομικά, πάντως δεν το μετάνιωσα, γιατί οι σπουδές μου μού δίδαξαν πώς να συγκροτώ τη σκέψη μου».
- Οι περισσότεροι δοκιμάζουν τις συγγραφικές τους ικανότητες αρχικά στην ποίηση. Εσείς; «Και εγώ ξεκίνησα γράφοντας ποιήματα και μικρά πεζά».
-Παρακολουθήσατε κάποιο σεμινάριο δημιουργικής γραφής; «Οχι, ποτέ. Σίγουρα βοηθούν όμως, με την έννοια ότι όσο περισσότερο εκτίθεται κανείς, όσο πιο πολύ γράφει, τόσο περισσότερα πράγματα του αποκαλύπτονται μέσα από τη γραφή. Και τα σεμινάρια αυτά δίνουν την αφορμή να ξεκινήσει κανείς να γράφει, που είναι και το πιο δύσκολο. Η συγγραφή εί ναι όμως πρώτα απ΄ όλα μεράκι, πρέπει να το έχεις μέσα σου. Μετά μαθαίνεις γράφοντας».
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς;
«Ετσι πρόχειρα, Στρατής Τσίρκας, Ιταλο Καλβίνο , Πατρίκ Μοντιανό, Ιαν Μακ Γιούαν, Χένινγκ Μανκέλ... ποιον να πρωτοθυμηθώ. Διαβάζω και πεζογραφία και ποίηση, δεν έχω ιδιαίτερες προτιμήσεις σε είδη και συγγραφείς, αρκεί να με κερδίσει η γλώσσα».
- Το διήγημα είναι δύσκολο είδος προς έκδοση. Ταλαιπωρηθήκατε να βρείτε εκδότη;
«Οχι, στάθη κα τυχερή. Πήγα στις εκδόσεις Πόλις με τρία διηγήματα στο χέρι και τα άφησα να τα διαβάσουν χωρίς να περιμένω να εκδοθούν. Δύο εβδομάδες αργότερα μου τηλεφώνησε ο εκδότης. Του άρεσαν, συναντηθήκαμε, συμφωνήσαμε για την έκδοσή τους και στην πορεία γράφτηκαν και τα υπόλοιπα τρία».
- Τυχερή και στην κριτική, που σας υποδέχτηκε με θετικά σχόλια. Σας επηρεάζουν όσα γράφονται;
«Το πιο σημαντικό για μένα ήταν το βιβλίο. Το κρατούσα στα χέρια μου όταν εκδόθηκε και δεν το πίστευα. Οι κριτικές έρχονται μετά. Τις διαβάζω και τις λαμβάνω όλες υπόψη. Είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ, σε κάθε περίπτωση είναι μάθημα, με βοηθούν να γίνω καλύτερη».
- Τι σημαίνει ένα τέτοιο βραβείο για μια συγγραφέα που μόλις εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο;
«Με τιμά, είναι η επιβράβευση μιας προσπάθειας. Με κάνει όμως και πιο προσεκτική για το επόμενο βιβλίο. Πρέπει να το δουλέψω πολύ και να έχω κάτι να πω».

7/5/10

Ο συγγραφέας Τζον Μπάνβιλ στην Αθήνα

image Με καλοκαιρινή διάθεση θα παρουσιαστεί ο Τζον Μπάνβιλ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 13 Μαϊου. Ο βραβευμένος Ιρλανδός συγγραφέας θα δώσει μια διάλεξη για τα «Τα προσωπεία του καλοκαιριού», με συνομιλητή τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Ηλία Μαγκλίνη.

O Μπάνβιλ κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση το 2005, όταν τιμήθηκε με το βραβείο Μπούκερ (τη σημαντικότερη διάκριση της αγγλόφωνης λογοτεχνίας) για το μυθιστόρημά του «Η θάλασσα». Φαίνεται ωστόσο ότι το «μικρόβιο» της λογοτεχνίας ήταν οικογενειακό γιατί και ο μεγαλύτερος αδελφός του Μπάνβιλ, ο Βίνσεντ είναι επίσης συγγραφέας και δημοσιεύει τα έργα του με το ψευδώνυμο Βίνσεντ Λόρενς.

Τα πρώτα βήματα στην καριέρα του ο Τζον Μπάνβιλ τα έκανε ως δημοσιογράφος και λογοτεχνικός συντάκτης σε διάφορα έντυπα της Ιρλανδίας, ενώ πλέον συνεργάζεται συχνά με τις εφημερίδες «Guardian» και «Observer».

Το λογοτεχνικό του ντεμπούτο έγινε με το μυθιστόρημά του «Nightspawn», (1971). Οι έλληνες αναγνώστες τον γνώρισαν από τα μυθιστορήματά του που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη: «O αδιάφθορος (μτφρ. Κατερίνα Τζωρίδου, 1998), «Η έκλειψη» (μτφρ. Ελένη Παγκαλιά, 2002), «Η θάλασσα» (μτφρ. Τόνια Κοβαλένκο, 2005), «Σάβανο» (μτφρ. Τόνια Κοβαλένκο, 2007) και τα αστυνομικά θρίλερ «O διπλός θάνατος της Κριστίν Φολς» (μτφρ. Αύγουστος Κορτώ, 2006) και «Ο ασημένιος κύκνος» (μτφρ. Mαρία Φακίνου, 2009) υπό το φιλολογικό ψευδώνυμο Μπένζαμιν Μπλακ.

Τα δύο τελευταία βιβλία αποτελούν μέρος μιας σειράς από αστυνομικά μυθιστορήματα, η οποία ξεκίνησε το 2007. Μάλιστα, ο Τζον Μπάνβιλ υποστηρίζει ότι το να γράφει ως Μπέντζαμιν Μπλακ του είναι πολύ πιο εύκολο από το να γράφει ως Μπάνβιλ. «Αυτό που παίρνετε με τον Μπάνβιλ είναι αποτέλεσμα συγκέντρωσης. Αυτό που παίρνετε με τον Μπλακ είναι αποτέλεσμα αυθορμητισμού. Ο πρώτος είναι καλλιτέχνης, ο δεύτερος τεχνίτης», δηλώνει ο συγγραφέας. Ωστόσο, δεν διστάζει να χαρακτηρίσει τη συγγραφή αστυνομικής λογοτεχνίας ως «φτηνή μυθοπλασία» και να παραδεχτεί ότι δεν ξεπερνά τις εκατό λέξεις τη μέρα όταν ασχολείται με τα λογοτεχνικά του μυθιστορήματα, ενώ αντίθετα, γράφει στον ίδιο χρόνο χιλιάδες λέξεις για τα αστυνομικά του βιβλία. Οι λογοτεχνικές του επιρροές περιλαμβάνουν τον Χάινριχ Φον Κλάιστ και τον Τζέιμς Τζόις και φιλοδοξία του είναι να προσδώσει στον πεζό λόγο «την πυκνότητα που έχει η ποίηση».

Σε μια από τις πρόσφατες συνεντεύξεις του, ο Τζον Μπάνβιλ είχε δηλώσει με χιούμορ: «Η συγγραφή με κρατάει στο γραφείο μου, να προσπαθώ διαρκώς να γράψω την τέλεια πρόταση. Είναι μεγάλο προνόμιο να κερδίζει κανείς το ψωμί του γράφοντας προτάσεις. Η πρόταση είναι η μεγαλύτερη επινόηση του πολιτισμού».

Πληροφορίες: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 210-7282000. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 13 Μαϊου, στις 19:00. Η είσοδος είναι ελεύθερη με δελτία προτεραιότητας που θα μοιράζονται από τις 17:30. Η διάλεξη θα γίνει στα αγγλικά και θα υπάρχει ταυτόχρονη μετάφραση στα ελληνικά.

Πηγή

4/5/10

Λογοτεχνικά περιοδικά: Θερμοκήπια υπό εξαφάνιση;

Από τον Ντίνο Σιώτη

Τους παλιούς καιρούς οι τάπητες χλόης έπαιρναν μήνες να μεγαλώσουν, απαιτούσαν πολύ νερό, ιδιαίτερη φροντίδα και προσοχή και το αποτέλεσμα πολλές φορές ήταν αβέβαιο.

Σήμερα, με την ανάπτυξη φυτοφαρμάκων, ζιζανιοκτόνων και την έκρηξη της τεχνολογίας, η διακοσμητική χλόη είναι ζήτημα εβδομάδων: αναπτύσσεται σε άριστα εξοπλισμένα και κλιματιζόμενα θερμοκήπια, είναι ανθεκτική και μεταφυτεύεται οπουδήποτε. Κάπως έτσι είναι και η ιστορία των περιοδικών: ξεκίνησαν με πολλές δυσκολίες στην Ευρώπη με το Athenaum (Γερμανία, 1798) και το Edinburgh Review (Βρετανία, 1802) και στην Αμερική με το North American Review το 1815 και το Yale Literary Review το 1836, από τον ζήλο και το μεράκι μερικών οραματιστών περιστοιχισμένων από φίλους και οπαδούς μιας ιδέας, που είχαν άποψη για την τέχνη, τη λογοτεχνία, την ιστορία και την πολιτική, για να καταλήξουν σήμερα, στον 21ο αιώνα, να είναι μικρές, τεχνολογικά εξοπλισμένες (αν και καμιά φορά οικιακές) μονάδες λογοτεχνικής παραγωγής μέσα στα σύγχρονα θερμοκήπια των εκδοτών τους.

image Τα λογοτεχνικά περιοδικά, όσον αφορά την ύλη τους, δεν έχουν αλλάξει πολύ τους τελευταίους δύο αιώνες. Δημοσιεύουν διηγήματα, ποίηση, αποσπάσματα από μεγαλύτερα μυθοπλαστικά έργα, ταξιδιογραφήματα, άρθρα και δοκίμια για λογοτεχνικά θέματα, συνεντεύξεις με συγγραφείς, κριτικές για το βιβλίο, σχόλια, ενίοτε αιχμηρά, για την πνευματική και μη επικαιρότητα. Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος που τα διαβάζει αλλάζει πιο γρήγορα από ό,τι αλλάζουν τα περιοδικά.

Σε έρευνά του πριν από λίγα χρόνια, ο Νίκολας Σάμπλοφ κατέληξε στα δέκα περιοδικά (οκτώ αμερικανικά, ένα αγγλικό και ένα γαλλικό) που έχουν επηρεάσει όσο κανένα άλλο τα λογοτεχνικά, πολιτικά και πολιτιστικά δρώμενα της Δύσης. Από αυτά, τα επτά ήταν ή είναι ακραιφνώς λογοτεχνικά. Πρόκειται για τα εξής: The Dial (Βοστόνη, 1840-1844), Poetry (Σικάγο, 1912 έως σήμερα), The Criterion (Λονδίνο, 1922-1939), The American Mercury (Νέα Υόρκη, 1924-1980), Partisan Review (Νέα Υόρκη, 1934-2003), Les Tempes Modernes (Παρίσι, 1945 έως σήμερα) και The Paris Review (Νέα Υόρκη, 1953 έως σήμερα). Οπως φαίνεται, αυτός είναι ο Δυτικός Κανόνας των λογοτεχνικών περιοδικών του Νίκολας Σάμπλοφ.

Τα λογοτεχνικά περιοδικά είναι ο φυσικός χώρος της λογοτεχνίας. Μ' αυτά μεγάλωσαν γενεές επί γενεών αναγνωστών και μέσα σ' αυτά τα φυτώρια πρωτοπαρουσιάστηκαν και ανατράφηκαν συγγραφείς και ποιητές μεγάλου μεγέθους, όπως οι Ραλφ Γουόλντο Εμερσον, Λουίτζι Πιραντέλο, Βιρτζίνια Γουλφ, Ε.Μ. Φόστερ, Γέιτς, Εζρα Πάουντ, Μέριαν Μουρ, Γουάλας Στίβενς, Γουίλιαμ Φόκνερ, Χάνα Αρεντ, Τ.Σ. Ελιοτ, Εφ Σκατ Φιτζέραλντ, Ζαν Πολ Σαρτρ, Σάμιουελ Μπέκετ, Ρεϊμόν Κενό, Μαργκερίτ Ντιράς, Τζακ Κέρουακ, Οκτάβιο Παζ, Σούζαν Σόνταγκ, Φίλιπ Ροθ, για να αναφέρω ενδεικτικά μερικούς.

image Νομίζω ότι οι aficionados (ή lit mag freaks) των λογοτεχνικών περιοδικών θα συμφωνούσαν με την άποψη ότι, όσον αφορά την Ελλάδα, τα περιοδικά εκείνα που χάραξαν μια σταθερή πορεία λογοτεχνικών προδιαγραφών και φιλολογικών αξιών καταγράφοντας και την ιστορία της λογοτεχνίας του τόπου μας, έχοντας επηρεάσει τα μέγιστα τα πολιτιστικά μας δρώμενα, είναι Ο Νουμάς, Ο Κύκλος, Τα Νέα Γράμματα, οι Εποχές, τα Νεοελληνικά Γράμματα, η Επιθεώρηση Τέχνης, η Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, το Πάλι και το Τραμ, για να μείνω σε όσα δεν είναι πια εν ζωή. Τα σύγχρονα, περιλαμβανομένων και της 83χρονης Νέας Εστίας, αλλά και των δύο νεοπαγέστατων Τεφλόν και Κουκούτσι, δίνουν μάχη με τον χρόνο.

Τα τρέχοντα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: εκείνα που εκδίδονται από εκδοτικούς οίκους, που είναι τα λιγότερα, και εκείνα που εκδίδονται από μοναχικούς δον Κιχώτηδες στο γραφείο-θερμοκήπιο του σπιτιού τους, θυμίζοντας ενίοτε μοναχικά τηλεγραφόξυλα στον κάμπο με τους αέρηδες της ουτοπίας.

Σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν πολλά λογοτεχνικά περιοδικά που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα σύγχρονων και παλαιότερων τάσεων. Είναι περίπου 50, ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός, σε σχέση με την Αμερική όπου είναι περίπου 1.000 -τα περισσότερα εκ των οποίων εκδίδονται από πανεπιστήμια. Από τα πιο προωθημένων αξιώσεων και αυτά που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της πρωτοπορίας έως τα πλέον συντηρητικά και παλιομοδίτικα που επιμένουν σε παραδοσιακό σχήμα, γραφή, γραφιστική αντίληψη και ύφος, τα κυκλοφορούντα περιοδικά προωθούν τις ανάγκες ενός περιορισμένου κοινού που αναζητά την καλή λογοτεχνία, την ατόφια ποίηση, την καθαρή πεζογραφία, αναζητά το διαφορετικό, την ποιότητα, το «κάτι άλλο». Το κοινό αυτό θέλει να ξεφεύγει από τον χυλό της μαζικότητας, θέλει να νιώθει σαν μια ξεχωριστή μονάδα, να αισθάνεται «κάπως», ότι κάτι του ανήκει και ότι το ίδιο το αναγνωστικό κοινό ανήκει κάπου, ίσως σε μια παρέα αναγνωστών οι οποίοι αισθάνονται λιγότερο ευάλωτοι στα κυρίαρχα λογοτεχνικά και άλλα ρεύματα όπως αυτά εκφράζονται από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης.

Από αυτά τα 50 ξεχωρίζουν περίπου 10 που είναι ακραιφνώς λογοτεχνικά και χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης από ειδήμονες και μη, για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Αυτά τα λίγα, όταν δεν μετατρέπονται σε όχημα προβολής των εκδοτών τους ή όταν δεν θαυμάζουν τον εαυτό τους δημοσιεύοντας έργα των διευθυντών τους, τότε έχουν άποψη, είναι εικονοκλαστικά, συγκρουσιακά και αντισυμβατικά, δοκιμάζονται σε νέες μορφές έκφρασης και γραφής, είναι πειραματικά, παρακολουθούν τι γίνεται έξω και ρίχνουν γέφυρες σε ξένες λογοτεχνίες, έχουν έναν ελάχιστο παρεμβατικό ρόλο στα όσα «τρέχουν» στον τομέα που τα αφορά, δηλαδή στον χώρο του βιβλίου, των συγγραφέων, των εκδοτικών οίκων. Ακόμη, διαθέτουν το λογοτεχνικό τους οξυγόνο για να επανατροφοδοτούν τη λογοτεχνία και την κριτική σκέψη, αναδεικνύοντας τον συγγραφέα ως τον κατ' εξοχήν φορέα και αναμεταδότη πνευματικών αξιών. Οι κυκλοφορίες τους μπορεί να είναι χαμηλές, δεν είναι «εμπορικά», αλλά έχουν κύρος, οι συνεργασίες που επιλέγουν να δημοσιεύουν έχουν βαρύνουσα σημασία, ο λόγος τους «μετράει», διότι, αν και περιοδικά, δεν είναι παροδικά αλλά έχουν μια ιστορική, θεσμική πορεία και μια συνέχεια και διάρκεια. Και επειδή ο απαιτητικός αναγνώστης και ο μελετητής αυτά τα περιοδικά τα αγοράζει, επόμενο είναι να μην τα πετάει αλλά να τα κρατάει και να σπεύδει σ' αυτά, από το αρχείο του και από βιβλιοθήκες, για κάθε είδους γνώση και πληροφορία, αφού είναι ο χάρτης και το στίγμα της λογοτεχνικής τους εποχής. Σ' αυτά ανατρέχει ο ιστορικός του μέλλοντος όταν γράφει την ιστορία της λογοτεχνίας του τόπου μας.

image Παρά την οικονομική κρίση, τα περιοδικά αυτά δείχνουν ανθεκτικότητα και δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Σε καιρούς χαλεπούς, το αναγνωστικό κοινό έχει ανάγκη τον αναστοχασμό, τη στροφή προς κάτι πνευματικό, προς μια εσωτερική ενατένιση και η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού περιοδικού τού προσφέρει ένα τέτοιο ταξίδι, μια τέτοια πιθανότητα, μια φυγή από την γκρίζα καθημερινότητα. Αλλωστε, τα έθνη και οι κοινωνίες, τόσο την εποχή του Athenaum όσο και της σημερινής Νέας Εστίας, διεκπεραιώνουν την πολιτιστική τους ταυτότητα και κάνουν τους στοχασμούς τους μέσα από τη λογοτεχνία και τα λογοτεχνικά τους περιοδικά, τα οποία σήμερα εξακολουθούν να δίνουν τη μάχη με τον χρόνο -με ένα πείσμα που είναι μίγμα πολλών ταχυτήτων, δεξιοτήτων και δυνατοτήτων- και μάλλον την κερδίζουν. Δεν φαίνεται να είναι είδος υπό εξαφάνιση. Πραγματικό πρόβλημα θα αρχίσει να υφίσταται όταν τα υπό εκκόλαψη λογοτεχνικά περιοδικά δεν θα μεγαλώνουν πια σε θερμοκήπια αλλά σε θερμοκοιτίδες...

3/5/10

Λογοτεχνία και μουσική

Ποια τραγούδια κρύβουν ιστορίες από ήρωες της παγκόσμιας λογοτεχνίας;Doors

Λίγοι, για παράδειγμα, θα γνωρίζουν πως οι Doors χρωστούν το όνομα και την έμπνευσή τους στον ποιητή Γουίλιαμ Μπλέικ ή πως οι Velvet Underground δανείστηκαν το όνομά τους από ένα βιβλίο σχετικά με τη σεξουαλική υποκουλτούρα. 

Η έρευνα αποδεικνύει πως πολλά και διάφορα βιβλία βρίσκονται σε σπίτια που κανείς δεν περιμένει. Ο σκληρός Ιγκι Ποπ, ας πούμε, συνέδεσε ένα άλμπουμ που κυκλοφόρησε το 1977 με τίτλο «Ο Ηλίθιος» με το ομώνυμο πασίγνωστο βιβλίο του Ντοστογιέφσκι. Και φαίνεται πως η σχέση του με τη λογοτεχνία παραμένει ιδιαίτερα στενή, καθώς το περσινό του άλμπουμ με τον γαλλικό τίτλο «Πρελιμινέρ» είναι βασισμένο στην κεντρική ιδέα ενός γαλλικού μυθιστορήματος.

Ίγκι Ποπ Ο Πίτερ Νίλσον, ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός από το Μπέλφαστ, που κάνει καριέρα με το όνομα Ντιούκ Σπέσιαλ, αντιλαμβάνεται απόλυτα την ισχυρή ώθηση που μπορεί να δώσει η λογοτεχνία στη μουσική. Γι’ αυτό και έχει αφιερώσει το νέο του, τριπλό άλμπουμ στον Κουρτ Βάιλ, ενώ εμπνεύστηκε και μια σουίτα τραγουδιών από ένα μυθιστόρημα του Πολ Οστερ. «Υποθέτω πως όταν είσαι τραγουδοποιός, ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα είναι να κρατάς τις κεραίες σου ανοιχτές για οποιαδήποτε στιγμή έμπνευσης - μια φράση σε μια συζήτηση, μια ταινία που παρακολούθησες», εξηγεί ο ίδιος και συμπληρώνει: «Εγώ διάβαζα το μυθιστόρημα "Δε μπουκ οφ ιλούζιονς", το οποίο αναφερόταν σε έναν ήσυχο σταρ του κινηματογράφου, ο οποίος εξαφανίστηκε στο απόγειο της καριέρας του αφήνοντας πίσω του δώδεκα ταινίες. Το βιβλίο περιγράφει μία από αυτές. Την ίδια περίοδο που διάβαζα το βιβλίο, ήμουν στο στούντιο και ηχογραφούσα ένα άλλο κομμάτι, όταν ξαφνικά άρχισα να παίζω μια μουσική βασισμένη στο κόνσεπτ του μυθιστορήματος. Αυτό το τραγούδι ήταν "Ο κ. Κανένας"».

Πηγή

(C) ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ
Κάδμου 7 & Δαιδάλου
Λιβαδειά 32100
τηλ. 22610.89970
fax 22610.81028