Πώς η Σουηδική Ακαδημία κατέληξε στη βράβευση του γάλλου συγγραφέα Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό
Στις 3 Οκτωβρίου το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων μετέδωσε από τη Στοκχόλμη ότι ο πεζογράφος Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό είχε, σύμφωνα με τους λογοτεχνικούς κύκλους της Σουηδίας, σοβαρές πιθανότητες να του απονεμηθεί το εφετινό βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας, όπως άλλωστε και συνέβη. Την προηγουμένη, εννέα ημέρες προτού ανακοινωθεί το όνομα του νικητή, ο μόνιμος γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας Οράτιος Ενγκνταλ προέβη σε κάποιες δηλώσεις που θεωρήθηκαν τουλάχιστον ενοχλητικές από μεγάλη μερίδα των αγγλοαμερικανικών ΜΜΕ και των εκδοτών. Είπε λοιπόν ανάμεσα στα άλλα ότι η σύγχρονη αμερικανική λογοτεχνία είναι κλεισμένη στον εαυτό της, ότι δεν ενδιαφέρεται και δεν συνομιλεί με τις λογοτεχνίες άλλων χωρών και ότι οι αμερικανοί συγγραφείς νοιάζονται μόνο για το πώς θα ανταποκριθούν στις τάσεις που ευνοεί η δική τους μαζική κουλτούρα. Οι Αμερικανοί θα έπρεπε να μεταφράζουν περισσότερα βιβλία ξένων συγγραφέων, κατέληξε. Πέραν του δέοντος ομιλητικός για μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας, θα έλεγε κανείς.
Στον αγγλοσαξονικό κόσμο τα σχόλιά του κάποιοι τα χαρακτήρισαν «για γέλια» αλλά οι περισσότεροι έπιασαν το μήνυμα: το εφετινό βραβείο δεν θα πήγαινε σε Αμερικανό. Γιατί όμως ένα μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας έκανε τέτοιες δηλώσεις; Οι φαρμακερές γλώσσες είπαν ότι σκοπός του ήταν να στρέψει τη διεθνή προσοχή στον εαυτό του (ας σημειωθεί ότι ο Εντγκαλ ανήκει στους διακεκριμένους σουηδούς κριτικούς και συγγραφείς). Αλλοι σχολίασαν σαρκαστικά ότι οι δηλώσεις του είναι τρικυμία εν ποτηρίω και ότι ο θείος Σαμ έχει σοβαρότερα προβλήματα να λύσει. Και μερικοί δεν δίστασαν να αναφερθούν σε βραβευμένους που «εξαφανίστηκαν» λίγα χρόνια μετά τη βράβευσή τους και δεν τους θυμάται κανείς.
Εξυπνάδες και κακίες
Τα ερωτήματα που τίθενται κάθε χρόνο είναι τα ίδια: Τι βραβεύει το Νομπέλ; Την αξία ενός έργου; την απήχησή του παγκοσμίως; τους νεωτερισμούς του συγγραφέα; Τι συμβαίνει και κάποιοι βραβευμένοι διάσημοι ξεχνιούνται προτού καν αποχωρήσουν από αυτόν τον μάταιο κόσμο; Ενα έργο βέβαια μπορεί να ασκεί τεράστια επίδραση στον καιρό του και έπειτα να ξεχαστεί - αλλά και να επανέλθει αργότερα στο προσκήνιο. Πώς μπορεί αυτά να τα προβλέψει η όποια επιτροπή και η όποια Ακαδημία; Τη βράβευση του Καμύ, λ.χ., ο Ρόμπερτ Φροστ είπε ότι τη θεωρούσε «προσωπική προσβολή». Γιατί προσβολή και κυρίως γιατί προσωπική; Τα αγγλοαμερικανικά ΜΜΕ γράφουν διαρκώς τελευταία για πολιτικοποίηση του βραβείου, ενώ πολιτικές είναι και οι δικές τους παρεμβάσεις. Γιατί είναι σοβαρό ζήτημα το ότι πέρασαν 15 χρόνια από τότε που αμερικανός συγγραφέας έλαβε το βραβείο (η Τόνι Μόρισον), όπως τονίζουν, και όχι ας πούμε το γεγονός πως ο Μπα Τζιν, ο μεγαλύτερος συγγραφέας της Κίνας, πέθανε χωρίς να γνωρίσει αυτή την τιμή; Οταν το Νομπέλ απονεμήθηκε στον Χέμινγκγουέι, εκείνος το αποκάλεσε «αυτό το σουηδικό πράγμα». Αλλά ουδείς φαντάζομαι θα εξελάμβανε τούτη τη φράση σνομπισμού και μεγαλομανίας (χαρακτηριστική εν τούτοις της συμπεριφοράς του «Πάπα») ως απόδειξη ότι δεν τον ευχαρίστησε που τον βράβευσαν.
Η Σουηδική Ακαδημία έχει κατηγορηθεί πολλές φορές για κάποιες επιλογές της. Μία από αυτές π.χ. ήταν της Ελφρίντε Γέλινεκ, που προκάλεσε την παραίτηση ενός μέλους της επιτροπής. Μια άλλη, του Ντάριο Φο. Αν όμως οι δηλώσεις του Εντγκαλ είναι «για γέλια», οι παρακάτω δηλώσεις του Ρότζερ Κίμπαλ, εκδότη του περιοδικού The New Criterion, είναι επίσης για γέλια:
«Μου θυμίζουν κάπως (σ.σ.: οι δηλώσεις του Εντγκαλ) το διαστημικό πρόγραμμα Απόλλων του Αμίν Νταντά στην Ουγκάντα, όπου είχαν πυραύλους και τα σχετικά, μόνο που ήταν φτιαγμένοι από ξύλο». Εξυπνάδες - ή μικρές κακίες, διότι αλλιώς πώς εξηγείται ένα βραβείο το οποίο κατηγορείται από διάφορους ως ανυπόληπτο να προκαλεί τέτοιες αντιδράσεις;
Ουδείς αμφισβητεί την αξία των αμερικανών συγγραφέων Ροθ και Ντελίλο, αλλά στο γενικό επίπεδο ο Εντγκαλ έχει δίκιο, αφού το το ποσοστό των ξένων βιβλίων που μεταφράζονται ετησίως στις ΗΠΑ δεν ξεπερνά το 3%. Η Ακαδημία διστάζει εδώ και χρόνια να βραβεύσει τον κορυφαίο σουηδό ποιητή Τούμας Τράνστρεμερ - υποθέτει κανείς για να μην την κατηγορήσουν για σοβινισμό. Και όσο για το γεγονός ότι το αμερικανικό κοινό στη συντριπτική πλειονότητά του προτιμά να διαβάζει βιβλία γραμμένα κατευθείαν στα αγγλικά παρά μεταφράσεις ξένων συγγραφέων είναι μια πραγματικότητα που ουδείς λογικός άνθρωπος αμφισβητεί.
Λογοτεχνία και πολιτική
Αν ανέτρεχε κανείς στη λίστα των βραβευμένων στα 105 χρόνια του θεσμού θα μπορούσε να αντικαταστήσει τα μισά ονόματα με ισάριθμα συγγραφέων εμφανώς ανώτερων, κάτι τέτοιο όμως ισχύει και για τα υπόλοιπα σημαντικά βραβεία λογοτεχνίας. Τα βραβεία τα απονέμουν άνθρωποι: με τις προτιμήσεις, τις ιδιαιτερότητες και τις αδυναμίες τους. Ας σκεφθεί μόνο κανείς τη θέση οποιουδήποτε μέλους της Σουηδικής Ακαδημίας που έχει μπροστά του μια τεράστια λίστα με πρώτα ονόματα της διεθνούς λογοτεχνίας. Μπορεί να μη ληφθούν υπόψη ως ένα σημείο και τα πολιτικά κριτήρια; Οσο ζούσε ο Μπόρχες λ.χ. πιστεύαμε ότι κάποια στιγμή το Νομπέλ θα του απονεμόταν. Δεν το πήρε όμως. Οπως δεν το πήρε και ο Πάουντ ή ο Σελίν και όπως, υποθέτω, θα μετάνιωσαν κάποιοι από όσους το έδωσαν στον Κνουτ Χάμσουν. Γιατί ο Σελίν ήταν δωσίλογος, ο Μπόρχες είχε την απρονοησία να καθήσει στο ίδιο τραπέζι με τον Πινοτσέτ, ο Πάουντ να υποστηρίξει εμπράκτως τον ιταλικό φασισμό και ο Χάμσουν να χαρίσει το μετάλλιο του βραβείου στον Γκέμπελς.
Ας πάμε στην άλλη πλευρά. Χρόνια μετά την απονομή του στον Μιχαήλ Σόλοχοφ ο Γιόζεφ Μπρόντσκι έγραψε σε ένα δοκίμιό του ότι το Νομπέλ στον συγγραφέα του Ηρεμου Ντον ήταν η «αμοιβή» για μια μεγάλη σοβιετική παραγγελία προς τα σουηδικά ναυπηγεία. Αλλά η ίδια Ακαδημία το είχε απονείμει στον Παστερνάκ προκαλώντας την μήνιν τότε των σοβιετικών αρχών που ανάγκασαν τον ποιητή να το απορρίψει και η ίδια επίσης Ακαδημία προκειμένου να «τιμωρήσει» τον Μπρόντσκι για τα προσβλητικά του σχόλια βράβευσε και τον ίδιο - που βέβαια το αποδέχθηκε με μεγάλη χαρά.
Ο γαλλικός ανθρωπισμός
Η εφετινή βράβευση του Λε Κλεζιό σηματοδοτεί ωστόσο μια στάση και απέναντι στη λογοτεχνία και απέναντι στα ΜΜΕ και σε σχέση με κάποια παρατράγουδα του πρόσφατου παρελθόντος, όπως οι βραβεύσεις μέτριων και θορυβοποιών (Ντάριο Φο, Ελφρίντε Γέλινεκ). Πρώτον, τιμάται ένας συγγραφέας ευρέος φάσματος. Δεύτερον, ένα έργο πολυεστιακό και πολυεπίπεδο. Τρίτον, ένας δημιουργός που υπηρετεί τη λεγόμενη «υψηλή κουλτούρα» πάνω στην οποία βασίζεται ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Και, τέταρτον, ένας συγγραφέας ο οποίος συνδέει την πρωτοπορία με την ευθύγραμμη αφήγηση και την κουλτούρα της γλώσσας του με την κουλτούρα του κόσμου. Είναι μια παλιά παράδοση όπως την εξέφρασαν και οι βασικοί εκπρόσωποι του γαλλικού ανθρωπισμού: ο Μαλρό, ο Σαρτρ, ο Εξυπερύ και ο Αλμπέρ Καμύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου