20/10/08

Μυθοπλασία κομμωτηρίου

Οι λίστες ευπωλήτων τού «New York Times Book Review» έχουν διαφοροποιηθεί τον τελευταίο καιρό, προφανώς για να μην μπαίνουν στον ίδιο «στάβλο» οι αμνοί και τα ερίφια. Ετσι δημιουργήθηκαν δύο νέες κατηγορίες, η «Trade Fiction» και η «Mass Market Fiction», που σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσαν να αποδοθούν ως «εμπορική μυθοπλασία» και «μαζική μυθοπλασία». Το κριτήριο που επικρατεί για αυτή τη νέα κατάταξη έρχεται από την αγορά. Δεν έχει όμως σχέση τόσο με τις πωλήσεις όσο με την κατασκευή, δηλαδή μια μυθοπλασία που φτιάχνεται ακολουθώντας κανόνες οι οποίοι υπακούουν σε ένα εκδοτικό μάρκετινγκ. Για να χρησιμοποιήσω μια λέξη της μόδας που μας έρχεται από το χρεοκοπημένο εν τέλει νεοφιλελεύθερο (δηλαδή νεοσυντηρητικό) λεξιλόγιο, έχουμε μια αυτορρύθμιση, η οποία δεν θα μπορούσε να προέλθει παρά από τη χώρα του εκδοτικού μάρκετινγκ και της εκδοτικής βιομηχανίας.

Στην Ελλάδα κάτω από τις λίστες ευπωλήτων, που τα «Βιβλία» του «Βήματος» καθιέρωσαν, κατατάσσουμε πλέον δικαίους και αδίκους, υψηλή λογοτεχνία και ερωτικά μαντζούνια. Καθώς όμως η «μυθοπλασία κομμωτηρίου», όπως θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε στα καθ' ημάς τον όρο «mass market fiction», μεγαλώνει και ανδρώνεται (καλύτερα: γυναικώνεται) είναι καιρός να σκεφτούμε τη διαφοροποίηση.

Το θέμα είναι βεβαίως διεθνές. Ο εκδότης-επιμελητής του γαλλικού οίκου Gallimard Ζαν-Μαρί Λακλαβτίν, στη «μύτη» και στο αναγνωστικό γούστο του οποίου οφείλουμε μερικές μεγάλες επιτυχίες της γαλλικής λογοτεχνίας των τελευταίων δύο-τριών ετών (Μυριέλ Μπαρμπερί, Τριστάν Γκαρσιά, Καρόλ Μαρτινέζ), κάνει λόγο σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό «Le Nouvel Observateur» για «βιβλία που προκαλούν κάποιους ιριδισμούς στον μιντιακό αφρό, που γρήγορα εξαφανίζονται». Τα μίντια είναι σήμερα ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει το εκδοτικό μάρκετινγκ. Το βιβλίο για να παρουσιαστεί πρέπει να έχει να μας πει μια ιστορία. Μια ιστορία που να είναι όμως έξω από το βιβλίο ή παρά-το-βιβλίο. Αν είναι γραμμένο από μια 29χρονη ταμία σε σουπερμάρκετ μπορεί να έχει μεγαλύτερη τύχη για να προβληθεί σε σχέση με ένα άλλο που είναι γραμμένο από έναν «κανονικό» συγγραφέα. Το περιεχόμενο του βιβλίου, η ποιότητά του δεν μετρούν. Εκείνο που μετράει είναι η δυνατότητα για ένα καλό μιντιακό πακετάρισμα.

Ξαναβρίσκω τον λόγο του Λακλαβτίν: «Είναι αποτέλεσμα του θριάμβου της τηλεόρασης, τόσο ως ιδεολογίας όσο και ως δύναμης διαμόρφωσης των νοοτροπιών. Εχουμε φιλοσόφους που δεν έχουν γράψει ποτέ φιλοσοφία και συγγραφείς που δεν ξέρουν να γράφουν. Μετρούμε την επιτυχία ενός συγγραφέα όχι μόνο με τις πωλήσεις αλλά και με το μέγεθος της φωτογραφίας του στις εφημερίδες. Είναι αυτό που ο Ντεμπόρ αποκαλούσε "το διαρκές παρόν". Ολα τρέχουν γρήγορα και ξεχνιούνται γρήγορα. Οι μιντιακοί συγγραφείς έχουν καταλάβει ότι το σημαντικό δεν είναι να γράφουν αλλά να καταλαμβάνουν το πεδίο. Βλέπουμε να ανεβαίνουν τόσες κάλπικες δόξες. Ο Μολιέρος σήμερα θα είχε πολλή δουλειά».

Στην Ελλάδα μπορεί να μην έχουμε αυτούς τους μιντιακούς συγγραφείς έτσι όπως τους περιγράφει ο Λακλαβτίν. Τηρουμένων των αναλογιών έχουμε όμως και εμείς τους μαϊντανούς μας, αυτούς δηλαδή που δημιουργούν με την παρουσία τους την ψευδαίσθηση της αντιπροσωπευτικότητας στα τηλεοπτικά πάνελ όπου οι μόνιμοι πανελίστες μοιάζουν σαν ενεργούμενα ενός αυτιστικού θιάσου.

ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

(C) ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ
Κάδμου 7 & Δαιδάλου
Λιβαδειά 32100
τηλ. 22610.89970
fax 22610.81028