Για να κατανοήσουμε τον Τζόυς ίσως θα πρέπει να θυμηθούμε με δυο λόγια την ιστορία και τις κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές και οικονομικές συνθήκες που διαμόρφωσαν τον Ιρλανδικό λαό. Κέλτες στην καταγωγή, έρχονται στο νησί τον 10ο αιώνα π.Χ. κατακτώνται τον 9ο αιώνα από τους Σκανδιναβούς που τον 16ο αιώνα τους διαδέχονται οι Άγγλοι.
Οι τελευταίοι είναι τυραννικοί και ανηλεείς, τους καταπιέζουν με σκληρούς νόμους και τους εξαθλιώνουν οικονομικά. Από την άλλη, η Καθολική και Προτεσταντική Εκκλησία τους διδάσκει θεολογία και κλασικές σπουδές, αλλά τους εκφοβίζει και τους καταπιέζει ηθικά και ψυχικά.
Οι Ιρλανδοί βρίσκονται για αιώνες σε επαναστάσεις και θρησκευτικές εμφύλιες συγκρούσεις. Αποδεκατίζονται από τους κατακτητές, τις έριδες μεταξύ τους, τη μετανάστευση και το μεγάλο λοιμό του 19ου αιώνα.
Σ’ αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον και την ένδεια, τη μιζέρια και την αποσύνθεση, μαθαίνουν να αγαπούν το πνεύμα, να σαρκάζουν και να αυτοσαρκάζονται. Και βγάζουν πολύ μεγάλους συγγραφείς, όπως ο Σουίφτ, ο Μπέκετ, ο Σο, ο Μπίαν και ο Τζόυς.
Στην «Αναποδιές» τώρα, ο Τζόυς μας περιγράφει μια ημέρα από τη ζωή ενός κακοπληρωμένου γραφιά.
Τον βλέπουμε να δέχεται εντολές και άγριες προσβολές από το αφεντικό του – κατακτητή και τύραννο – στάση στην οποία αντιδρά με υπεκφυγές και κοπάνες για οινόπνευμα, για να καταλαγιάσει την πίκρα, τη λύσσα και το θυμό που νιώθει να τον πνίγει.
Μια αστραπή λεκτικής αντίδρασης σε λίγο, τον υποχρεώνει σε χειρότερη ταπείνωση.
Το πιώμα και η παρέα θα τον λυτρώσει προσωρινά από την καθημερινότητά του, αλλά μετά θα νιώσει διπλά θυμωμένος με τον εαυτό του πια, εξευτελισμένος ακόμα και από τις τυχαίες γυναίκες των μπαρ, διπλά χρεωμένος.
Γυρίζει στο σπίτι του και δέρνει τον γιό του, το μόνο ανθρώπινο πλάσμα γύρω του, που είναι κάτω από τη δική του εξουσία.
Οι Δουβλινέζοι, μικροαστοί και υπόκοσμος, συνθέτουν όλο το έργο του Τζόυς. Με σκληρότητα και ρεαλισμό περιγράφει την πόλη του, τον περίγυρό του και τις εμπειρίες του.
«Το έργο μου τόγραψαν άνθρωποι, όλοι οι άνθρωποι, γνωστοί και άγνωστοι, οι φωνές που άκουσα, οι γλώσσες που έμαθα ή μόλις ψιθύρισα, οι ήχοι που με καθήλωσαν και με τρόμαξαν».
Για την Ομάδα Ανάγνωσης
Βίκυ Κολονέλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου