30/11/08

Διάλεξη Σαβιάνο και Ρούσντι στη Σουηδική Ακαδημία


Η ελευθερία του λόγου είναι υπό διωγμόν σε όλο τον κόσμο, είπαν οι συγγραφείς Ρομπέρτο Σαβιάνο και Σαλμάν Ρούσντι, σε ομιλία τους στη Στοκχόλμη. Οι δύο συγγραφείς είχαν κληθεί από τη Σουηδική Ακαδημία, την επιτροπή που αποφασίζει για την απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, για να μιλήσουν για την εμπειρία του να ζει κανείς υπό την απειλή θανάτου.

Το 1989, η Ακαδημία είχε διχαστεί για τον τρόπο αντίδρασής της στην απειλή θανάτου που είχε εξαπολύσει ο Ιρανός ηγέτης Αγιατολάχ Χομεϊνί εναντίον του Σαλμάν Ρούσντι, για το βιβλίο του «Σατανικοί Στίχοι», το οποίο είχε καταδικάσει ως βλάσφημο. Δύο από τα 18 ισόβια μέλη είχαν εγκαταλείψει την ενεργό δράση, διαμαρτυρόμενοι για την απόφαση της Ακαδημίας να μην συνυπογράψει διαμαρτυρία που καταδίκαζε την απειλή θανάτου.

Το δε βιβλίο του Σαβιάνο «Γόμορρα» είχε προκαλέσει το μένος της ναπολιτάνικης μαφίας, της Καμόρρα, καθώς κατονόμαζε μέλη συμμοριών που πλούτισαν από παράνομες συναλλαγές.

Στις ομιλίες τους, τόσο ο Σαβιάνο -ο οποίος μίλησε ιταλικά- όσο και ο Ρούσντι περιέγραψαν την οργή και την πίκρα που ένιωσαν όταν κατηγορήθηκαν ότι με τα γραπτά τους απλά επιιδιώκουν τη δημοσιότητα, ή στην περίπτωση του Σαβιάνο, ότι επιδιώκουν «να σπιλώσουν την ίδια τους τη χώρα».

Ο Σαβιάνο είπε πως η πρώτη του αντίδραση όταν άκουσε τις απειλές εναντίον του ήταν ότι «είναι άδικο». «Οι ίδιες σου οι λέξεις σου στέρησαν την ελευθερία σου, την ελευθερία να περπατάς, να υπάρχεις», παρατήρησε για να συμπληρώσει ότι «Η συγγραφή είναι μία μορφή αντίστασης».

Ο Ρούσντι εξέφρασε τους φόβους του ότι «στενεύουν τα όρια» του τι επιτρέπεται να ειπωθεί ή να συζητηθεί δημόσια και μίλησε για όλους τους δημοσιογράφους και συγγραφείς από χώρες όπως η Κίνα και το Μεξικό, ή η Ζιμπάμπουε που ζουν υπό το κράτος διαρκούς απειλής, αναφέροντας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση της δημοσιογράφου Αννα Πολιτκόφσκαγια που δολοφονήθηκε στη Ρωσία.

Οι συγγραφείς που ζουν υπό την απειλή θανάτου έχουν να παλέψουν με όλες τις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής, είπε ο Ρούσντι, τονίζοντας πως ακόμη και οι πρακτικές λεπτομέρειες όπως η κράτηση ενός αεροπορικού εισιτηρίου, ή εξεύρεση ενός σπιτιού απαιτούν πολύ χρόνο.

Ο Ρούσντι θυμήθηκε μία παλιότερη συνάντηση με τον Σαβιάνο στη Νέα Υόρκη και είπε στο κοινό, μεταξύ των οποίων ήταν τα μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας, ο Ιταλός πρέσβης στη Σουηδία και εκδότες, πως ύστερα από τόσα χρόνια διαβίωσης υπό αστυνομική προστασία, είναι ικανός να «εντοπίσει αμέσως αστυνομικούς» σε οποιονδήποτε δημόσιο χώρο.

Ο Χόρας Ένγκνταλ, μόνιμος Γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας, δήλωσε ότι η «παγκοσμιοποίηση της απειλής» σημαίνει πως απαιτούνται περισσότερες συντονισμένες προσπάθειες για την προάσπιση της ελευθερίας του λόγου και των συγγραφέων.

Περίπου 450 άτομα παρακολούθησαν τη διάλεξη στη Μεγάλη Αίθουσα στο κτήριο της Σουηδικής Ακαδημίας, που βρίσκεται στην πλατεία της Παλιάς Πόλης της Στοκχόλμης. Πριν από την είσοδό τους στο κτήριο του 18ου αιώνα, οι επισκέπτες έπρεπε να επιδεικνύουν την ταυτότητά τους και την ειδική πρόσκληση. Φρουροί ασφαλείας υπήρχαν ακόμη και γύρω από το πόντιουμ των ομιλητών.

[via]

28/11/08

«Τα μίντια είναι το Τέταρτο Ράιχ»

Ο Δημήτρης Τ. Αναλις δεν είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, ούτε καν ένας συνηθισμένος ποιητής. Πολίτης του κόσμου και φίλος με μερικούς από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες, συγγραφείς και ποιητές του πλανήτη. Τον γοητεύουν ιδιαίτερα τα πρόσωπα που γράφουν ιστορία, κι ίσως ακόμα περισσότερο τα μαύρα πρόβατα της πολιτικής και της τέχνης. Αυτή τη φορά αποφάσισε να γράψει διηγήματα. Οπως πάντα, στα γαλλικά.

Στα ελληνικά κυκλοφόρησαν πρόσφατα με τίτλο «Το άλλο βασίλειο» (Εκδόσεις «Εξάντας») σε εξαιρετική μετάφραση της Οντέτ Βαρών-Βασάρ. «Πρωταγωνιστές» του ο Ελ Γκρέκο, ο Πολ Ντελβό, αλλά και πολλοί άλλοι γνώριμοί μας.

- Διαβάζοντας το πρώτο σας διήγημα, «Το άδειο ένδυμα», σκέφτεται κανείς μια άλλη τρομοκρατία των ημερών, αυτή της ηλεκτρονικής «ενημέρωσης».
«Στην Ελλάδα, μα και αλλού, θέλουμε να 'μαστε επώνυμοι, εξ ου και η διφορούμενη σχέση μας με τα μίντια. Δεν μας ενδιαφέρει το είμαι αλλά το φαίνομαι. Τα μίντια είναι το Τέταρτο Ράιχ. Η τηλεόραση ζει στο δικό της χρόνο, ο τύπος στον δικό του, ενώ ο καλλιτέχνης ζει σ' έναν απόλυτα προσωπικό χρόνο, ο οποίος είναι πλήρης, καθώς το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον γίνονται ένα».

- Στα δύο πρώτα διηγήματά σας οι ήρωες «αγιάζουν» μακριά από τον τόπο τους. Και οι δύο (ο ένας μάλιστα, ο Γκρέκο) φεύγουν από επιλογή. Στην Ελλάδα πλανιέται χρόνια ένας γενικόλογος αφορισμός, ότι εδώ δεν μπορούν τα μεγάλα ταλέντα να αναπτυχθούν. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
«Ο Γκρέκο ήθελε να γίνει ζωγράφος, αλλά ζωγραφική στην Κρήτη δεν υπήρχε -δεν μιλάω για την υπέροχη αγιογραφία της ίδιας εποχής-, επομένως πήρε άλλους δρόμους. Οσο για την ανάπτυξη ταλέντων, έξι αιώνες σκλαβιάς και πάνω από χίλια χρόνια ορθοδοξίας λένε τα πάντα. Παρ' όλα αυτά, όμως, υπάρχουν ο Κάλβος, ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Ρίτσος, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, άνθρωποι του λόγου, όλοι τους, γιατί η ζωγραφική στην Ελλάδα γεννήθηκε τον 20ό αιώνα».

- Στα διηγήματά σας η τέχνη διαπλέκεται, κατά έναν τρόπο, με την εξουσία, αλλά στην περίπτωση των ηρώων σας, καταφέρνει να μην την εξυπηρετεί. Στην σημερινή εποχή, όπου οι εκδότες και οι επιμελητές των εκθέσεων επιβάλλουν τι θα δούμε μπορούμε να περιμένουμε έναν σύγχρονο Γκρέκο ή έναν ακόμα Καζαντζάκη;
«Μπορούμε να περιμένουμε τα πάντα και τίποτα. Το σίγουρο, όμως, είναι ότι τους καλλιτέχνες τους γνωρίζουμε όταν είναι αργά. Η εποχή μας έχει καταργήσει τα πάντα - εκτός απ' το χρήμα: την ανθρωπιά (που έγινε επάγγελμα), την ηθική, τον ηρωισμό, την τιμή, την πατρίδα, τη ζωγραφική, τη μουσική... Πάμε για δρόμους όπου η υπερκατανάλωση θα αντικαταστήσει το μέλλον, και το κενό και τα δύο».

Περνώντας απ' τον υπερρεαλισμό

- Τα διηγήματά σας έχουν έντονα υπερρεαλιστικά στοιχεία. Εχει να κάνει αυτό και με τις λογοτεχνικές σας προτιμήσεις;
«Το πέρασμα από τον υπερρεαλισμό είναι γόνιμο, αρκεί να μην κολλήσει κανείς γιατί τότε γίνεται στιλ. Είναι ένα ζήτημα που είχα συζητήσει με τον Ελύτη. Η γραφή, η ποίηση ιδιαίτερα, χρειάζονται ακρίβεια και η ατίθαση ελευθερία του υπερρεαλισμού παρασύρει, τελικά, σε ακαδημαϊκά σχήματα».

- Υπάρχει κάποιο διήγημα στο τελευταίο σας βιβλίο που ξεχωρίζετε;
«Μάλλον το "Αδειο ένδυμα". Μπορεί, βέβαια, να είμαι επηρεασμένος από τον Πέτερ Χάντκε ως προς αυτό. Το αγαπάει ιδιαίτερα και μ' έκανε να το δω με άλλα μάτια».

- Μαζί με τον Χάντκε υπερασπιστήκατε πολλές φορές και τον Μιλόσεβιτς και τον Κάρατζιτς, αποδεχόμενοι να πληρώσετε γι' αυτό (ειδικά στη Γαλλία).
«Από το 1983, όπου γνωρίστηκα με τον Κάρατζιτς, διατηρώ γι' αυτόν πάντα την ίδια αγάπη, εκτίμηση και φιλία. Είναι από τους πλέον συκοφαντημένους ανθρώπους του αιώνα μας».

- Δηλαδή, αμφισβητείτε τη σφαγή της Σρεμπρένιτσα και το ρόλο του σε αυτή;
«Ναι, απολύτως! Μιλάνε για 7-8.000 πτώματα. Εχουν βρεθεί 1.400, από τα οποία περίπου 600 θεωρήθηκαν μουσουλμάνοι. Υπήρξαν σφαγές εκατέρωθεν. Μην ξεχνάτε ότι έγινε πόλεμος. Οι μουσουλμάνοι υποχωρώντας έσφαξαν δύο-τρία σερβικά χωριά. Μόλις το μάθανε, εξαπολύθηκαν οι λεγόμενοι Σκορπιοί, παραστρατιωτικά σερβικά τάγματα, οι οποίοι πράγματι έσφαξαν πολλούς μουσουλμάνους, αλλά δεν ξέρουμε πόσους. Με τόσα μέσα που διαθέτουν και ψάχνουν τόσα χρόνια, γιατί δεν τα έχουν βρει;»

- Θα τον επισκεφτείτε στη Χάγη;
«Το Δικαστήριο της Χάγης είναι καθαρά "κατοχικό". Το έχω ήδη καταγγείλει γραπτώς σε ειδική επιστολή που δημοσιεύτηκε στη Γαλλία, αλλά και σε διάφορα άρθρα μου. Αυτό δεν θα μ' εμποδίσει βέβαια να πάω, αν το θελήσει ο Κάρατζιτς και, κυρίως, αν μ' αφήσουν».

Των ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΣΙΟΥΤΗ-ΔΑΦΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΥ

27/11/08

Η άγνωστη ελληνική περιπέτεια της οικογένειας Αχμάτοβα

Αγνωστα στοιχεία για την αυτοκτονία του μεγάλου αδελφού της Αννας Αχμάτοβα (1884-1966) φέρνει στο φως το νέο τεύχος του περιοδικού «Πλανόδιον» (τεύχος 45, Δεκέμβριος 2008), που είναι αφιερωμένο στη μεγάλη Ρωσίδα ποιήτρια. Ο Αντρέι Αντρέγιεβιτς Γκορένκο (1886-1920) αυτοκτόνησε το βράδυ της Τρίτης της 11ης Φεβρουαρίου 1920, στο ξενοδοχείο «Κρόνιον», που βρισκόταν στην αρχή της οδού Πατησίων, στα Χαυτεία. Είχε φτάσει στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1919, μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων, μαζί με τη γυναίκα του Μαρία -ξαδέλφη του από την αδελφή της μητέρας του- και τον τετράχρονο γιο τους Κύριλλο.

Το μονάκριβο παιδί τους ασθένησε από ελονοσία στο Βόλο, κι έτσι το ζευγάρι υποχρεώθηκε να έρθει στην Αθήνα και να εγκατασταθεί στο Φάληρο, όπου γνώρισε τον φαρμακοποιό Μιλτιάδη Σμπαρούνη. Αυτόν ειδοποίησε το ζεύγος από την προηγουμένη της αυτοκτονίας του Αντρέι Γκορένκο και απόπειρας -όπως απεδείχθη- της συζύγου, η οποία όχι μόνο δεν πέθανε, αλλά καθώς ήταν έγκυος έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι, που πήρε το όνομα του αυτοκτόνου πατέρα, Αντρέι.
Αυτή η ανακάλυψη είχε την αρχή της σ' ένα εύρημα του εκδότη του «Πλανόδιου» Γιάννη Πατίλη και του ερευνητή και συλλέκτη Γιώργου Ζεβελάκη, όταν ετοίμαζαν το αφιέρωμα στην Αννα Αχμάτοβα. Στο δοκίμιο των Jeanne και Fernard Rude, που ανοίγει τις σελίδες τις αφιερωμένες στη Ρωσίδα ποιήτρια, βρισκόταν η υποσημείωση με αριθμό 4: «Οι αδελφές της Αχμάτοβα πέθαναν από φυματίωση το 1905 και το 1922. Ο αδελφός της Αντρέι στην Αθήνα το 1920». Κατέφυγαν στη βιογραφία του Βόλφανγκ Χέσνερ, «Αννα Αχμάτοβα», όμως κι εκεί, όπως αποδείχθηκε, δεν βρήκαν τις ακριβείς πληροφορίες. Το ερευνητικό δίδυμο, με τη βοήθεια της συνεργάτιδος του περιοδικού Ευγενίας Κριτσέφτσκαγια, αναζήτησαν στοιχεία στο Διαδίκτυο. Ανακάλυψαν ένα εξαιρετικά εμπεριστατωμένο βιογραφικό, φιλοτεχημένο από τον Ρώσο ηλεκτρονικό Κιρίλ Φιλκενστάιν (γενν. 1949). «Ελλιπές και αυτό και εν μέρει ανακριβές», ήταν η εκτίμηση του Γιάννη Πατίλη και του Γιώργου Ζεβελάκη.
Το θέμα Γκορένκο, όπως εξελίχθηκε, ζητούσε από αυτούς πρωτογενή έρευνα: «Διασταυρώνοντας μια δωδεκάδα τουλάχιστον καθημερινών εφημερίδων της Αθήνας και του Πειραιά, μπορεί κανείς να έχει μια σχετικά ασφαλή εικόνα περί του τι συνέβη στην οικογένεια Γκορένκο εκείνον τον Φεβρουάριο του 1920», αναφέρουν για τον τρόπο της έρευνάς τους. Αναζήτησαν δημοσιεύματα από την Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου έως και την Τρίτη 3 Μαρτίου 1920 στις εφημερίδες: «Εστία», «Αθηναϊκή», «Εθνος», «Πατρίς», «Ελεύθερος Τύπος», «Εμπρός», «Αστήρ», «Οι Καιροί», «Νέα Ελλάς», «Πολιτεία», «Η Καθημερινή», «Σημαία». Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι τη μόνη εφημερίδα της εποχής που δεν κατάφεραν να βρουν ήταν η «Ακρόπολις».
Ας αφήσουμε τους Γιάννη Πατίλη και Γιώργο Ζεβελάκη να αφηγηθούν τι ακριβώς συνέβη τη νύχτα της αυτοκτονίας του Αντρέι Γκορένκο και τι επακολούθησε: «Στις 8.30 (σ.σ. της Τρίτης 11 Φεβρουαρίου 1920) είχαν ήδη επιστρέψει στο ξενοδοχείο και αφού πλήρωσαν το ενοίκιό τους, αξίας 7,5 δραχμών, παρήγγειλαν σε παρακείμενο ζυθοπωλείο δύο ποτήρια μπίρα και ανέβηκαν στο δωμάτιο με τον αριθμό 9, όπου διέμειναν. Εκεί κατά τη διάρκεια της νύχτας οι δύο σύζυγοι χρησιμοποιώντας την ίδια σύριγγα έχυσαν στις φλέβες τους από "είκοσιν υφεκατόγραμμα μορφίνης" ο καθένας».
Και συνεχίζουν: «Στις οκτώ ή εννέα το πρωί της Τετάρτης 12 Φεβρουαρίου, ο φίλος τους φαρμακοποιός (σ.σ. Μιλτιάδης Σμπαρούνης) έμπαινε στο δωμάτιο όπου αντίκρισε τον Αντρέι να κείτεται με τα ρούχα στο κρεβάτι του ημιθανής, ενώ στο άλλο κρεβάτι η Μαρία διατηρούσε τις αισθήσεις της. Οταν η γυναίκα αντιλήφθηκε την παρουσία του φίλου τους τον ρώτησε: «Ο Ανδρέας πέθανε;». Κοντά στα κρεβάτια σ' ένα μικρό τραπέζι βρισκόταν ένα άδειο μικρό κιβώτιο με μια σύριγγα και στο δάπεδο άδεια σωληνάρια μορφίνης».
Ο φίλος του ζεύγους, ο Μ. Σμπαρούνης, ειδοποίησε το 6ο Αστυνομικό Τμήμα. Κατέφθασε ο αστυνόμος συνοδευόμενος από αστίατρο, οι οποίοι παρέλαβαν τους αυτόχειρες και τους μετέφεραν στην Πολυκλινική, όπου δέχθηκαν τις πρώτες βοήθειες και εν συνέχεια τους οδήγησαν στο Δημοτικό Νοσοκομείο. Σε κατάθεση που έδωσε η σύζυγος Μαρία δήλωνε ότι η φτώχεια και η θλίψη για τον θάνατο του παιδιού τους είχε οδηγήσει το ζευγάρι στο απροχώρητο, αναγκάζοντάς το να προβεί στην απονενοημένη ενέργεια της αυτοκτονίας.

Οι εφημερίδες της εποχής (1920) αφιερώνουν εκτενή δημοσιεύματα στην αυτοκτονία του Γκορένκο και τη διάσωση της γυναίκας του. Για πρώτη φορά επίσης γίνεται αναφορά από τον Παύλο Νιρβάνα στην ονομαστή ποιήτρια Αννα Αχμάτοβα

Η κηδεία του Αντρέι Αντρέγιεβιτς Γκορένκο ετελέσθη την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 1920 από τη ρωσική εκκλησία της Αγίας Τριάδας επί της οδού Φιλελλήνων. Εκτός από τη σύζυγό του Μαρία, την κηδεία παρακολούθησαν Ρώσοι πρόσφυγες Αθηνών και Πειραιώς, ενώ η «Ενωσις των Ρώσων προσφύγων» κατέθεσε στεφάνια από τεχνητά άνθη. Ο Αντρέι Γκορένκο, κατά τη μαρτυρία του Παύλου Νιρβάνα, ετάφη στον ίδιο τάφο όπου είχε ταφεί και το μονάκριβο αγόρι, στο ψηλότερο μέρος του Νεκροταφείου Αθηνών (σήμερα Α' Νεκροταφείο).
Η είδηση του θανάτου του Αντρέι Γκορένκο δημοσιεύτηκε πρώτα στις εφημερίδες «Εστία» και «Αθηναϊκή» την Πέμπτη, 13 Φεβρουαρίου 1920, ως «διπλή αυτοκτονία», καθώς δεν ήταν γνωστές όλες οι πτυχές του δράματος. Τα δημοσιεύματα με αφορμή το αλγεινό γεγονός έκαναν λόγο για την εν γένει δύσκολη οικονομική κατάσταση των εν Ελλάδι Ρώσων, καταγγέλλοντας ως κύριο υπαίτιο της δεινής τους θέσης τον μπολσεβικισμό. Ετσι, οι εφημερίδες έφτασαν να θυμηθούν μέχρι και τα Ορλωφικά, θέλοντας να επισημάνουν τις οφειλόμενες υποχρεώσεις στον ρωσικό λαό. Μάλιστα δεν άργησε να συσταθεί επιτροπή κυριών με θερμή συνηγορία «Υπέρ των Ρώσων προσφύγων».
Με την επιτροπή συνεργάζεται η Μαρίκα Κοτοπούλη, που προγραμματίζει για την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 1920 «ευεργετική», όπως αναφερόταν, παράσταση στο θέατρό της. Οι εισπράξεις θα διετίθεντο για την ανακούφιση των Ρώσων προσφύγων από τα δεινά, ενώ ο Τύπος παρακινεί τους Αθηναίους σε γενναία συμμετοχή.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ

26/11/08

Γιώργος Mανιώτης: Σκηνοθέτες καταστρέφουν το θέατρο και το γούστο του θεατή

Σκηνοθέτες καταστρέφουν το θέατρο και το γούστο του θεατή

Mε αυτό το πέμπτο βιβλίο του, την «Γνώση των νεκρών» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Eλληνικά Γράμματα, ο Γιώργος Mανιώτης - από τα τρομερά παιδιά του νεοελληνικού θεάτρου και συγγραφέας πλήθος έργων, θεατρικών και πεζογραφημάτων επιστρέφει στην αποτύπωση της ζοφερής κοινωνικής κατάστασης και στην ανάδειξη της μοίρας του ανθρώπου.

Συνέντευξη στην Τέα Βασιλειάδου, Ημερησία, 22/11/2008

Στο τελευταίο του μυθιστόρημα «H γνώση των νεκρών» πρωταγωνιστούν δεκαεφτά νεκροί σε ισάριθμες ιστορίες. Σε όλες κάποιος θάνατος έχει συντελεστεί και ο εκάστοτε εκλιπών έχει αφήσει πίσω του δεκάδες πρόσωπα να τον θρηνούν ή να τον βρίζουν, ανάλογα με την περίπτωση.

  • Πώς νιώθει ένας συγγραφέας μέσα στο συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό περίγυρο;

H εποχή είναι τρομαχτική. Ένας συγγραφέας πρέπει να το έχει πάρει απόφαση ότι κατά κάποιο τρόπο αυτοκτονεί. Προσωπικά ήμουν προετοιμασμένος εδώ και τριάντα χρόνια και ήξερα πού θα καταλήξει η ιστορία. Γι’ αυτό είχα δημιουργήσει γύρω μου ένα χώρο στεγανό. Φοβάμαι πως η δική μας γενιά έζησε την αρχή της εποχής, τη μέση και τώρα ζει το τέλος της.

  • Eσύ με τα βιβλία σου πιστεύεις ότι μπορείς να βοηθήσεις τους ανθρώπους γύρω σου να αναγνώσουν αυτή την εποχή;

Eγώ προσπαθώ να αρθρώσω σε λέξεις, να διατυπώσω και να κάνω διαυγές, αυτό το οποίο είναι αόρατο και μπερδεμένο. Aν το επιτυγχάνω αυτόματα θα επηρεαστεί ο αναγνώστης, ο οποίος θα δει αρθρωμένα σε λόγο όσα υπάρχουν γύρω του και δεν του επιτρέπουν να τα συνειδητοποιήσει.

  • Ποιος είναι ο στόχος και το κεντρικό θέμα του τελευταίου σου βιβλίου;

Eίναι μια ολική ανάγνωση της εποχής. Όλες οι συνισταμένες των γεγονότων, των πράξεων, των ιδεών, των συναισθημάτων. Aυτά ήθελα να καταγράψω και να τα κάνω ευκρινή. Nα κάνω μια ανάγλυφη μακέτα της εποχής, ώστε ο αναγνώστης να είναι σίγουρος γι’ αυτό το οποίο συμβαίνει. Ήθελα μια... καθαρή γνώση.

  • Tελικά ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά της εποχής;

H εποχή που ζούμε σήμερα συνθέτει όλα όσα έχουμε ζήσει... Aυτή η σύνθεση, όμως, δεν χρησιμεύει για τη βελτίωση της τύχης του ανθρώπου, αλλά χρησιμοποιείται για την εκμετάλλευσή του. Xαρακτηριστικό, επίσης, αυτής της εποχής είναι ότι οι άνθρωποι δεν εκβιάζονται να ακολουθήσουν ότι τους ζητούν.

Zούνε σε ένα χώρο προσκηνοθετημένο και με τη βούλησή τους αποφασίζουν. Aυτό τους τρελαίνει. Ό,τι κάνουν είναι επιλογή τους. Όμως μια προγεγραμμένη επιλογή. Γι’ αυτό οι άνθρωποι χάνονται. Δεν ξέρουν ποιος είναι ο εχθρός. Πολλοί πιστεύουν ότι είναι ο ίδιος ο εαυτός τους και γι’ αυτό διαρκώς τον παραφυλάνε. Όμως αυτό είναι αβάσταχτο.

  • Yπάρχει διέξοδος;

Yπάρχει ένα όνειρο!: Nα αναγνωρίσουμε εμείς, σαν άτομα, αλλά και οι ηγεσίες, αυτό που ωφελεί κι αυτό που βλάπτει τους ανθρώπους. H διέξοδος είναι ένας επανακαθορισμός των πραγμάτων. Όμως αυτό μοιάζει ουτοπικό γιατί ο άνθρωπος είναι δέσμιος. Xρειάζεται να αφεθούν λάσκα τα σχοινιά των ανθρώπων, έστω και για λίγο.

  • Mέσα στην παγκόσμια κρίση βλέπουμε χώρες να παίρνουν πρωτοβουλίες -καλές ή κακές- θα δείξει το μέλλον. Στην Eλλάδα από αυτά που παθαίνουμε, μαθαίνουμε.

Eμείς ποτέ. Eμείς κάνουμε αυτοσχεδιασμούς. Δεν υπάρχει σκέψη πρωτογενής. Yπάρχει μόνον απέραντη μίμηση... προχειρότητα... επιπολαιότητα... Eίναι σαν οι ηγεσίες που διοικούν αυτόν τον τόπο να πιστεύουν ότι η Eλλάδα είναι το πρόχειρο τετράδιό τους και η Eλβετία είναι το καλό τετράδιό τους.

  • H πεζογραφία είναι η μια σου όψη, η άλλη είναι το θέατρο. Πώς βλέπεις σήμερα το θεατρικό τοπίο;

Tο θέατρο είναι όπως και η πολιτική, επιπόλαιο, πρόχειρο και επιφανειακό! Διάφοροι σκηνοθέτες καταστρέψανε τη λειτουργία του θεάτρου και της υποκριτικής και τη μετατρέψανε σε ένα επιπόλαιο άναρθρο παιχνίδι. Kαταστρέφουν έτσι το θέατρο, τα έργα και το γούστο του θεατή. Kαι δεν μιλάω για τα λεγόμενα εμπορικά ή καθαρά ψυχαγωγικά θέατρα. Mιλάω για τα λεγόμενα σοβαρά.

  • Tελικά σε όλα αυτά ο άνθρωπος, ο πολίτης, δεν έχει ευθύνες;

Έχει ευθύνες κυρίως επειδή έχει προδώσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησής του.

Θέλω να γράψω...

  • Mετά το βιβλίο που κυκλοφορεί τι περιμένουμε;

Nιώθω πολύ ικανοποιημένος που είχα τη δύναμη και την τύχη να κάνω αυτό το βιβλίο και να πω πράγματα χωρίς φόβο. Στο καινούργιο που γράφω θέλω να δω πώς όλοι αυτοί οι θηριώδεις μηχανισμοί ενσκήπτουν μέσα στην προσωπική ζωή του απλού ανθρώπου. Θέλω να καταγράψω τις μικρές κραυγές αυτών που δεν μπορούν να αντιδράσουν σε τίποτα. Eίναι εντελώς παραδομένοι και ζούνε ένα φοβερό δράμα.

[via]

24/11/08

«Η πέτρα της υπομονής» κύλησε...

Ο Αφγανός Ατίκ Ραχιμί πήρε το βραβείο Γκονκούρ και έκανε αισθητή τη διασπορά της χώρας του

ΔΙΑΣΠΟΡΑ

image Η βράβευση του Ατίκ Ραχιμί (Atiq Rahimi) με το Γκονκούρ για το 2008 δείχνει να σηματοδοτεί την ολοένα και πιο ισχυρή παρουσία της αφγανικής διασποράς στη διεθνή σκηνή. Η βράβευση του 46χρονου Ραχιμί για το μυθιστόρημά του «Syngue Sabour», που στα περσικά σημαίνει «Η πέτρα της υπομονής» (έτσι θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» μετά τις γιορτές), ήταν για πολλούς μια πολιτική απόφαση της κριτικής επιτροπής των Prix Goncourt, που με ψήφους επτά έναντι τριών πρόσφερε το μεγάλου κύρους έπαθλο στον Αφγανό δημιουργό.

Αμερική - Γαλλία

Για πολλούς, ο Ατίκ Ραχιμί είναι το συμπλήρωμα ή ο αντίποδας του Καλέντ Χοσεϊνί (Khaled Hosseini), του διάσημου, πλέον, συγγραφέα του «Χαρταετοί πάνω από την πόλη» και «Στη χώρα των χρυσών ήλιων», και τα δύο διεθνή μπεστ σέλερ. Γεννημένοι και οι δύο στη δεκαετία του ’60 (το 1962 ο Ραχιμί,το 1965 ο Χοσεϊνί), πρόλαβαν να ζήσουν τη μεσοαστική ζωή της Καμπούλ και να εκτεθούν στη δυτική παιδεία. Μετά την «καταστροφή της πατρίδας τους», έφυγαν νεότατοι και έγιναν κομμάτι της μεγάλης αφγανικής διασποράς στη Δύση. Ο Χοσεϊνί ενσωματώθηκε τελικά στη διασπορά της Αμερικής, ο Ραχιμί, στη διασπορά της Γαλλίας.

Οπως με κάθε διασπορά, συνέβησαν δύο πράγματα. Από τη μια, βοήθεια στην πατρίδα μέσα από την καλλιέργεια της κοινής γνώμης στη Δύση, και από την άλλη, αποστράγγιση της πατρίδας από ανθρώπινο δυναμικό. Η εγκατάλειψη του Αφγανιστάν από όλους σχεδόν τους μορφωμένους αστούς, τους επιστήμονες και τους διανοούμενους υπήρξε μία πνευματική αιμορραγία που άφησε τη χώρα στο έλεος των εξτρεμιστικών στοιχείων.

Αυτό, βέβαια, που προσέφερε ο Χοσεϊνί στο Αφγανιστάν με τους «Χαρταετούς» (έστω και αν η κινηματογραφική μεταφορά ήταν μελό, αλλά ίσως γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο), θα είναι αρκετά δύσκολο για τον Ραχιμί να το επαναλάβει. Κατ’ αρχάς, ο Χοσεϊνί -που μένει στην Καλιφόρνια- είναι «αμερικανοποιημένος» και μέσα, πλέον, στον μηχανισμό της αγοράς.

Ο Ραχιμί είναι «Γάλλος» εδώ και πάνω από 20 χρόνια, συγγραφέας ήδη ενός επιτυχημένου μυθιστορήματος που στα ελληνικά έχει τίτλο «Στάχτες και Χώμα» (εκδ. Ψυχογιός, 2002). Βρίσκεται στο Παρίσι, στην πιο ανοικτή, στις ξένες λογοτεχνίες, πόλη, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν είναι λίγοι όσοι δυσαρεστήθηκαν που το Γκονκούρ δόθηκε σε Αφγανό. Είναι η κλασική περίπτωση του γαλλοτραφούς ανατολίτη αστού που έφτασε από ανάγκη σε μια μυθοποιημένη στη φαντασία του Γαλλία και που πέρασε αναγκαστικά μέσα από την απομυθοποίηση και την εκ νέου επαναξιολόγηση της πραγματικότητας.

«Γεννήθηκα στην Καμπούλ το 1962», έχει πει σε συνέντευξή του. «Ο πατέρας μου ήταν περιφερειάρχης και λάτρης του γαλλικού πολιτισμού. Λάτρευε τους “Αθλίους” του Βίκτωρος Ουγκώ και είχε τη συνήθεια να αποκαλεί όσους συμπαθούσε “Γιάννη Αγιάννη”. Το 1973, όταν ήμουν 11, με έστειλε στο Esteqlal (Ανεξαρτησία), το γαλλόφωνο λύκειο αρρένων της Καμπούλ. Εκείνη τη χρονιά άλλαξε η ζωή μου. Εκείνη τη χρονιά ανατράπηκε και η μοναρχία. Ο πατέρας μου συνελήφθη από τη νέα κυβέρνηση και εξαφανίστηκε για τέσσερα χρόνια. Το 1978 έγινε δεύτερο πραξικόπημα και ένα χρόνο μετά εισέβαλε η Σοβιετική Ενωση. Αυτό ήταν για την πατρίδα μου η αρχή για την κατάδυση στην κόλαση».

Το 1984, όταν ήρθε η ώρα να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, αρνήθηκε και εγκατέλειψε τη χώρα. Κατέφυγε στο Πακιστάν (όπως χιλιάδες, τότε, Αφγανοί - ανάλογες σκηνές περιγράφει και ο Καλέντ Χοσεϊνί) και ζήτησε άσυλο στη γαλλική πρεσβεία. «Θυμάμαι τους πρώτους μου μήνες στη Γαλλία. Ζούσα σε ένα χωριουδάκι κοντά στη Ρουέν. Είχα καταφέρει να βρω ένα αντίτυπο του “Εραστή” της Μαργκερίτ Ντυράς, που είχε τότε μόλις εκδοθεί. Περνούσα τον χρόνο μου διαβάζοντας για να ξεχνάω τον ήχο των όπλων και τη φρίκη του πολέμου».

Η σχέση του με το γράψιμο είχε αρχίσει από τα 12 του. Αλλά όταν έφτασε στη Γαλλία, την πολυπόθητη χώρα, στέρεψε. «Ενιωσα ανήμπορος να γράψω στα γαλλικά, και ποιος θα διάβαζε τη δουλειά μου στα περσικά; Επρεπε να φτάσει το 1996 για να ζωντανέψει η επιθυμία μου για γράψιμο. Οι Ταλιμπάν είχαν καταλάβει την Καμπούλ και ο κόσμος παρέμενε απαθής. Τότε έγραψα το “Στάχτες και Χώμα”, ως διαμαρτυρία για την εγκατάλειψη του αφγανικού λαού από τη διεθνή κοινότητα».

[via]

23/11/08

Μελοποίηση Διονυσίου Σολωμού

image Εκατόν πενήντα χρόνια από το θάνατό του ο Διονύσιος Σολωμός επανέρχεται στην επικαιρότητα. Έτσι όπως τον αγάπησε και τον τραγούδησε ο Επτανήσιος λαός και οι συνθέτες του που συνεχίζουν να τον ξανοίγουνε στη μουσική μέχρι σήμερα.

Φέρει τον τίτλο «Σολωμός, Ιόνια Μουσικός» και είναι μία συλλογή σπανίων ηχογραφήσεων ιόνιας σολωμικής μουσικής, λαικής και έντεχνης, σε τρία CD. Η πρωτοβουλία ανήκει στο σύλλογο "Φίλοι του Μουσείου Σολωμού και επιφανών Ζακυνθίων" και υλοποιήθηκε με χορηγία της Βουλής. Παρουσιάστηκε χθες το βράδυ σε εκδήλωση η οποία πραγματοποιήθηκε στην Παλιά Βουλή από τον πρόεδρο και τον γ.γ. του συλλόγου κ.κ. Νίκο Λούντζη και Νίκο Κουρκουμέλη, τον ιστορικό του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών κ. Νίκο Μοσχονά και τον μουσικολόγο κ. Σπύρο Δεληγιαννόπουλο.

Ιστορική αναδρομή στα Επτάνησα, από τον κ. Μοσχονά, και το πως οι δυτικές κυριαρχίες και επιρροές οδήγησαν στη ντόπια παραγωγή πολιτισμού, ανάλυση της σολωμικής ποίησης σε σχέση με τον ηχητικό χρωματισμό της, τη μελοποίηση, από τον κ. Δεληγιαννόπουλο και παρουσίαση του έργου των Επτανήσιων συνθετών που συμμετέχουν στην παρούσα έκδοση από τον κ. Λούντζη συνέθεσαν μια εκδήλωση άξια της μνήμης του εθνικού μας ποιητή.

Ενός ποιητή που αν ζούσε σε άλλη εποχή, όπως ειπώθηκε, θα «ηταν σίγουρα επιφανής και χωρίς να είναι "εθνικός" λόγω του Ύμνου. Ενός ποιητή που υπήρξε μια μεγάλη ψυχή, πίσω από μία εύηχη φωνή την κρίσιμη στιγμή. Ενός ποιητή, τέλος, που έδωσε την πρόκληση στον επτανησιακό λαό να «φτερώσει» το μήνυμά του με μουσικούς τόνους, εύηχους και συναρπαστικούς. Σε όλα τα επίπεδα και όλους τους χώρους, από τη μορφή μονωδίας με πιάνο στα σαλόνια, μέχρι σε τετράφωνης σερενάτας με μαντολίνο στις ταβέρνες και τους δρόμους'».

Η παρούσα έκδοση είναι πολυεπίπεδη. Σε πρώτο επίπεδο η προέλευση αφορά τα νησιά Κέκρυρα, Κεφαλονιά και Ζάκυνθο η οποία αγκάλιασε μουσικά τον Σολωμό σφιχτότερα και διαρκέστερα. Σε δεύτερο επίπεδο η διάκριση σε παραδοσιακή και έντεχνη μουσική με παράλληλη προσπάθεια αξιολόγησης. Σε τρίτο η κατάταξη κατά δημιουργό και σε τεταρτο κατά εκτέλεση.

[via]

22/11/08

Αμερικανικά βραβεία λογοτεχνίας

Στους απόκληρους και περιθωριοποιημένους της Αμερικής έστρεψε το βλέμμα της η κριτική επιτροπή των κρατικών βραβείων λογοτεχνίας των ΗΠΑ.

Η Ανέτ Γκόρντον Ριντ με τη βιογραφία της οικογένειας σκλάβων Χέμινγκσις, «The Hemingses of Monticello: Αn American Family» και ο Πίτερ Μάτιεσεν με το μυθιστόρημα «Shadow Country» για τον E.J. Watson ήταν οι φετινοί νικητές στις αντίστοιχες κατηγορίες.

Ο Μαρκ Ντότι απέσπασε το βραβείο καλύτερης ποιητικής συλλογής με το «Fire To Fire».

21/11/08

Έβλιν

(διήγημα από το “Οι Δουβλινέζοι” του Τζ. Τζόϋς)

Μια 19χρονη κοπέλα που σκοπεύει να εγκαταλείψει το σπίτι της, αγναντεύει από το παράθυρο τη γειτονιά του Δουβλίνου όπου μεγάλωσε. Το δικό της καφετί φτωχικό σπιτάκι έρχεται σε αντίθεση με τα ωραία κόκκινα σπίτια με τα τούβλα και τις γιαλιστερές σκεπές. Ωστόσο ακουμπάει με αγάπη το μάγουλο στη σκονισμένη κρετόν κουρτίνα και ξανακοιτάει τρυφερά τα οικεία αντικείμενα και τις κιτρινισμένες φωτογραφίες και σαν άλλος Προυστ με όλες τις αισθήσεις της, αναπολεί τις ελάχιστες ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές: ένα πικνίκ στην εξοχή, ένα πρωινό που ο πατέρας της τη φρόντισε ενώ ήταν άρρωστη. Ένας πατέρας βίαιος, αλκοολικός που φέρεται με σκληρότητα σε όλους. Της κρατά το μισθό της, δεν της δίνει ούτε χαρτζηλίκι και θέλει να τη χωρίσει από το Φρανκ που είναι η χαρά της ζωής,γεροδεμένος,αισιόδοξος, με αγάπη για τη μουσική και το θέατρο, που θέλει να την παντρευτεί και να εγκατασταθούν στο Μπουένος Άυρες. Ξαφνικά όμως στην αποβάθρα, εκείνη ακούει τη μελωδία από μια ρομβία που της θυμίζει τη μέρα του θανάτου της μητέρας της στην οποία είχε υποσχεθεί να φροντίζει πάντα την οικογένεια. Έτσι αποφασίζει να μη φύγει,δέσμια του καθήκοντος, της οικογένειας και της μίζερης ζωής της στο Δουβλίνο.

Η Έβλιν έχει μάθει να ζει χωρίς ευτυχία, είναι συναισθηματικά κουτσουρεμένη. Τα πιο αγαπημένα της πρόσωπα, η μητέρα της κι ο αδελφός της Έρνεστ, έχουν πεθάνει ενώ ο αδελφός της Χάρι λείπει σχεδόν πάντα για δουλειές. Στη δουλειά της η προϊσταμένη της την ειρωνεύεται και την προσβάλλει συνέχεια. Κανένα ωραίο συναίσθημα δεν μπορεί να νιώσει στην πληρότητά του (είναι μάλλον ευτυχισμένη, δεν την εύρισκε εντελώς ανεπιθύμητη, ο Φρανκ θα της έδινε χαρά, ίσως ακόμη και αγάπη). Οι ενοχές λοιπόν,είναι τα μόνα συναισθήματα που μπορεί να αισθανθεί πλήρως. Η ευτυχία δεν της ανήκει, ο ξένος τόπος δεν της ταιριάζει, η φυγή είναι για άλλους, το θλιβερό Δουβλίνο είναι το πεπρωμένο της.

ΒΕΡΑ ΠΕΛΕΚΗ

Βράβευση του συγγραφέα Νίνο Ρίτσι

Ο συγγραφέας από το Τορόντο Νίνο Ρίτσι κέρδισε για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν το 1990) το βραβείο του Γενικού Κυβερνήτη για το μυθιστόρημά του «The Origin of Species,» το οποίο θεωρήθηκε βαθιά ανθρώπινη ιστορία απο την κριτική επιτροπή.

Ο ίδιος παραλαμβάνοντάς το ομολόγησε πως όταν ήταν στο πανεπιστήμιο οι καθηγητές τον είχαν συμβουλέψει να κάνει άλλο επάγγελμα, καθώς δεν είχε την υφή του συγγραφέα.

Η επιφυλλιδογράφος της εφημερίδας Globe and Mail Christie Blatchford κέρδισε το βραβείο για βιβλίο της περί Αφγανιστάν με τίτλο, «Fifteen Days: Stories of Bravery, Friendship, Life and Death From Inside the New Canadian Army

Ο επίσης δημοσιογράφος της Globe and Mail, John Ibbitson, κέρδισε το βραβείο παιδικού βιβλίου για το έργο του «The Landing

Το βραβείο για το καλύτερο δράμα κέρδισε η Catherine Banks από το Χάλιφαξ για το βιβλίο της «Bone Cage", ενώ το βραβείο ποίησης κατακτήθηκε από τον Τοροντιανό ποιητή Jacob Scheier για τη συλλογή «More to Keep Us Warm».

Το βραβείο του γαλλικού μυθιστορήματος πήγε στη γνωστή κεμπεκουάζ συγγραφέα Marie-Claire Blais για το βιβλίο της «Naissance de Rebecca a l'ere des tourments».

Οι νικητές θα παραλάβουν σε ειδική τελετή στο Κυβερνείο Ριντό Χολ 25.000 δολάρια έκαστος, ενώ ο εκδοτικός τους οίκος από 3.000 δολ. Τέλος, οι φιναλίστ θα πάρουν από 1.000 δολ. ο καθένας.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα βραβεία του Γενικού Κυβερνήτη του Καναδά θεωρούνται τα σημαντικότερα στη λογοτεχνία της χώρας.

[via]

19/11/08

Η ψυχή των Δουβλινέζων

Δεν θέλω να γίνω ο Ιησούς Χριστός της λογοτεχνίας», είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ο Τζέιμς Τζόις. Κι, όμως, όπως σημειώνει η βιογράφος του, Εντνα Ο' Μπράιαν, «θέλοντας και μη, αυτή ήταν η μοίρα του. Οι σύντομες ιστορίες που άρχισε να γράφει όταν ήταν είκοσι δύο χρόνων δεν βρήκαν εκδότη προτού γίνει τριάντα δύο και αφού είχε κάνει το γύρο σαράντα εκδοτικών οίκων!»
Ο λόγος για τους «Δουβλινέζους», ένα μωσαϊκό της ιρλανδέζικης ζωής κατά τη βικτοριανή εποχή.

Οι υπόγεια συνδεδεμένες μεταξύ τους ιστορίες των «Δουβλινέζων» (1914), εικόνες όλες τους μιας πόλης που ο Τζόις ισχυριζόταν ότι μισεί, θεωρήθηκαν τόσο προσβλητικές για τους Ιρλανδούς ώστε καίγονταν από τους τυπογράφους... Με υλικό αντλημένο από τα παιδικά και νεανικά του βιώματα, αποτυπώνουν την ασφυξία, την οργή αλλά και την αλλόκοτη τρυφερότητα που ένιωθε ο μετέπειτα δημιουργός του «Οδυσσέα» για τη γενέτειρά του, όπως και την εσωτερική σύγκρουση που τον ταλάνιζε, καθώς είχε ήδη αποφασίσει να ζήσει, αυτοεξόριστος, μακριά της.
Οι ήρωες των «Δουβλινέζων», τριαντάρηδες αλλά και μικρά παιδιά, αλήτες, υπάλληλοι, εργένηδες ή παντρεμένοι, άντρες αγριεμένοι κι εκδικητικοί και γυναίκες κουρασμένες δίχως ψευδαισθήσεις, παρουσιάζονται παγιδευμένοι μέσα στο αλκοόλ, τη φτώχεια και τον καταπιεσμένο τους ερωτισμό, τη σκληρότητα της Εκκλησίας και την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών, ανήμποροι να μεταβάλουν το πεπρωμένο τους.

Γόνος ευκατάστατης και πολυπληθούς οικογένειας που γρήγορα ξέπεσε

κοινωνικά, ο Τζέιμς Τζόις (1882-1941) μαθήτευσε μεν πλάι στους Ιησουίτες εντρυφώντας στη φιλοσοφία του Θωμά του Ακινάτη, μελέτησε σε βάθος από τον Αριστοτέλη ώς τον Ιψεν κι από τον Δάντη ώς τον Μαλαρμέ, αλλά το πραγματικό και πικρό του σχολείο ήταν οι καβγάδες, οι θάνατοι, η πείνα και τα μόνιμα οικονομικά βάσανα που τον έκαναν να περιφρονεί τη χώρα του και την οικογένειά του. Τα κηρύγματα των ιερωμένων τον γέμιζαν τρόμο και αποστροφή. Εφηβος ακόμα, διέρρηξε τις σχέσεις του με την Καθολική Εκκλησία, όχι όμως και με τον Θεό.
Ο θυμός του πάντως μπροστά στην αμάθεια και τον επαρχιωτισμό του Δουβλίνου ποτέ δεν καταλάγιασε. Από νωρίς, έδειξε αποφασισμένος ν' ανακαλύψει ξανά την πόλη, οι λογοτεχνικοί κύκλοι της οποίας τον είχαν αρνηθεί, να γίνει ο ποιητής της φυλής του. Και πράγματι, υπήρξε ο πρώτος ιρλανδός καθολικός που κατέστησε την εμπειρία και το περιβάλλον του αναγνωρίσιμα στην οικουμένη.

Οσες επιρροές κι αν εντοπιστούν στους «Δουβλινέζους» από τον Τσέχοφ ή τον Φλομπέρ, παραμένουν ένα αξιοθαύμαστο κατόρθωμα για έναν τόσο νέο ακόμα συγγραφέα. Οι δεκαπέντε ιστορίες του βιβλίου (η τελευταία, «Ο νεκρός», υπήρξε και το κύκνειο άσμα του σκηνοθέτη Τζον Χιούστον) ούτε απλά νατουραλιστικά σκίτσα είναι, ούτε όμως και κατασκευές με σύνθετο συμβολισμό. Από τα πιο προσιτά έργα του Τζόις, μιλούν για την παράλυση της θέλησης, της μνήμης και της φαντασίας, όπως και για την υποκρισία, τη μιζέρια, τη δειλία και τη μικρότητα μιας κοινωνίας παθητικής, στερημένης από πνευματικό σφρίγος. Και, ταυτόχρονα, προσφέρουν μια πρώτη γεύση του κινούμενου σε διαφορετικά συνειδησιακά επίπεδα αφηγηματικού ύφους, που καθιέρωσε τον Τζόις ως τον σημαντικότερο ανανεωτή της λογοτεχνίας κατά τον 20ό αιώνα.

Της ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

Βράβευση του συγγραφέα-λογοτέχνη Θ. Καλλιφατίδη από τη Σουηδική Ακαδημία

Η Σουηδική Ακαδημία αποφάσισε να απονείμει στον λογοτέχνη-συγγραφέα Θεόδωρο Καλλιφατίδη το βραβείο «Singe Ekblad-Eldhs» για το 2008.

Το βραβείο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο περίπου 12.500 ευρώ, σύμφωνα με όσα αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμά της η σουηδική εφημερίδα «Folkbladet».

Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης γεννήθηκε στους Μολάους Λακωνίας το 1938. Γιος δασκάλου από τον Πόντο, ήρθε στην Αθήνα το 1946 και αποφοίτησε από το πέμπτο γυμνάσιο αρρένων. Σπούδασε στη σχολή του Καρόλου Κουν και μετά τη στρατιωτική του θητεία εγκαταστάθηκε στη Σουηδία.

Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και δίδαξε αργότερα στην ίδια σχολή. Επί τέσσερα χρόνια διηύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό Μπόνιερς Λιττερέρα Μαγκαζίν.

Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές, ταξιδιωτικά δοκίμια, θεατρικά έργα· έχει γράψει σενάρια για τον κινηματογράφο και έχει σκηνοθετήσει μια ταινία.

Έχει τιμηθεί με σημαντικά διεθνή βραβεία για πολλά έργα του. Τα περισσότερα μυθιστορήματά του κυκλοφορούν σε δεκατρείς γλώσσες.

[via]

17/11/08

Συγγραφείς επικηρυγμένοι στη σύγχρονη Αγρια Δύση

Η Λογοτεχνία στο απόσπασμα

Λογοτεχνία στο απόσπασμα

Δεν ήθελα να γράψω ένα ωραίο βιβλίο. Ημουν τρομακτικά φιλόδοξος. Εγραψα ένα βιβλίο για να αλλάξω τα πράγματα. Ηθελα να σπάσω τη σιωπή και να προκαλέσω αγανάκτηση στους αναγνώστες μου. Εδώ που τα λέμε, μακάρι να είχα γράψει απλά ένα ωραίο βιβλίο. Θα ζούσα πολύ καλύτερα σήμερα”. Τη δήλωση αυτή έκανε σε συνέντευξή του ο Ναπολιτάνος συγγραφέας Ρομπέρτο Σαβιάνο, του οποίου το μυθιστόρημα «Γόμορρα» (Εκδόσεις Πατάκη) αποκάλυψε την εγκληματική δραστηριότητα και τους μηχανισμούς της Καμόρα στη Νάπολη.

Και μπορεί βέβαια το βιβλίο να έγινε διεθνές μπεστ σέλερ, να μεταφράστηκε σε σαράντα επτά γλώσσες, να έγινε ταινία στις Κάννες και να χαιρετίστηκε ως το πιο σημαντικό βιβλίο της δεκαετίας, όμως η ζωή του συγγραφέα σήμερα βρίσκεται σε κίνδυνο. Η Μαφία της Νάπολης έχει εκδώσει «Συμβόλαιο θανάτου» με λήξη μέχρι το τέλος του 2008 για τον 29χρονο συγγραφέα, ο οποίος τα τελευταία δύο χρόνια φρουρείται και ζει σε αναγκαστική απομόνωση. Ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, στον οποίο έχουν εκφράσει συμπαράσταση Νομπελίστες και διεθνείς οργανώσεις, έχει ανακοινώσει ότι σκοπεύει να εγκαταλείψει την Ιταλία, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να διασώσει τη ζωή και την ψυχική του ισορροπία.

Σε μια εποχή που η βιομηχανία του βιβλίου παράγει πλήθος από «ωραία μυθιστορήματα» και σε μια κοινωνία που υπερηφανεύεται για τις ελευθερίες της, αποδεικνύεται ότι η ελευθερία του λόγου έχει κάποια όρια. Αποδεικνύεται ότι υπάρχουν θέματα «απαγορευμένα», είτε επειδή θίγουν πολύ ισχυρά συμφέροντα είτε επειδή έρχονται σε αντίθεση με διάφορες μορφές φανατισμού. Ο φόβος των αντιδράσεων και των αντιποίνων, οι απειλές για τη ζωή συγγραφέων δεν είναι κάτι σπάνιο και αποδεικνύουν ότι η ελευθερία του λόγου έχει μεγάλο κόστος, ακόμη και σήμερα. Στην… Αγρια Δύση τού σήμερα, υπάρχουν συγγραφείς επικηρυγμένοι!

Η περίπτωση Ρουσντί
Από τους πρώτους υπερασπιστές του Ρομπέρτο Σαβιάνο ήταν ο ινδικής καταγωγής συγγραφέας Σαλμάν Ρουσντί, η περιπέτεια του οποίου με τους φανατικούς ισλαμιστές για το βιβλίο του «Σατανικοί στίχοι» τον έκανε γνωστό παγκοσμίως, αλλά και τον υποχρέωσε να ζήσει για αρκετό διάστημα με την απειλή του θανάτου. Το βιβλίο που εκδόθηκε το Σεπτέμβριο του 1988 θεωρήθηκε βλάσφημο για τον Μωάμεθ, απαγορεύτηκε σε όλες τις μουσουλμανικές χώρες, ενώ αντίτυπά του σε Αγγλία και ΗΠΑ παραδόθηκαν στην πυρά. Στις 14 Φεβρουαρίου του 1988 ο θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Χομεϊνί, εξέδωσε «φετφά», δηλαδή διάταγμα με το οποίο κάθε «καλός μουσουλμάνος» είχε το ιερό καθήκον να σκοτώσει το «βλάσφημο Ρουσντί». Στη θανατική ποινή προστέθηκε και επικήρυξη 3 εκατομμυρίων δολαρίων που πρόσφερε Ιρανός επιχειρηματίας. Ο Ρουσντί υποχρεώθηκε να εξαφανιστεί για αρκετά μεγάλο διάστημα, ενώ οι φανατικοί μουσουλμάνοι δολοφόνησαν τον Ιάπωνα μεταφραστή του Χιτόσι Ιγκαράσι και τραυμάτισαν σοβαρά τον Ιταλό μεταφραστή και το Νορβηγό εκδότη του.

Ο Παμούκ και οι γενοκτονίες
Σε εξαφάνιση όμως υποχρεώθηκε και ο Τούρκος Νομπελίστας συγγραφέας Ορχάν Παμούκ στις αρχές του 2007, μετά τις αντιδράσεις που δημιουργήθηκαν στη χώρα του για τις δηλώσεις του σε ελβετική εφημερίδα για την γενοκτονία των Αρμενίων και των Κούρδων.

Η δήλωση του Παμούκ «τριάντα χιλιάδες Κούρδοι και ένα εκατομμύριο Αρμένιοι σκοτώθηκαν σ’ αυτή τη γη και κανείς εκτός από μένα δεν τολμά να μιλήσει γι’ αυτό» προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στη χώρα του, που αρνείται κατηγορηματικά ότι υπήρξε γενοκτονία Αρμενίων, και ο συγγραφέας οδηγήθηκε σε δίκη για «δημόσια υποτίμηση και δυσφήμηση της τουρκικής ταυτότητας».
Την ίδια περίοδο, άλλωστε, ο Παμούκ είχε δεχτεί απειλές για τη ζωή του, με αποτέλεσμα να μεταβεί στις ΗΠΑ, όπου παρέμεινε για κάποιο χρονικό διάστημα σε άγνωστη διεύθυνση.

Τον περασμένο Οκτώβριο πάντως, ο Παμούκ, που στο μεταξύ είχε επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, μίλησε στα εγκαίνια της Διεθνούς Εκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης και καταδίκασε το επίμαχο άρθρο 301 του τουρκικού Ποινικού Κώδικα, καθώς και την απαγόρευση του You Tube στη χώρα του, αλλά εξέφρασε αισιοδοξία για το μέλλον της λογοτεχνίας στην Τουρκία.

Κάτω τα χέρια από τον Μωάμεθ
Από το «φετφά» όμως με τον οποίο απειλήθηκε ο Σαλμάν Ρουσντί κινδύνεψαν και άλλοι συγγραφείς που τόλμησαν να αναφερθούν στον προφήτη Μωάμεθ.

Ανάμεσά τους ήταν ο Δανός δημοσιογράφος, συγγραφέας και εκδότης της εφημερίδας «Jyllands-Posten» Φλέμινγκ Ρόουζ, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για τη δημοσίευση των περίφημων σατιρικών «σκίτσων του Μωάμεθ» το Σεπτέμβριο του 2005. Πριν από λίγο καιρό, άλλωστε, στο στόχαστρο βρέθηκε το ιστορικό μυθιστόρημα της δημοσιογράφου Sherry Jones με τίτλο «The Jewel of Medina» με θέμα τη ζωή της Αϊσά, μίας από τις συζύγους του Προφήτη.

Ο εκδοτικός κολοσσός Random House, που εκδίδει στην Αμερική και τον Ρουσντί, είχε αγοράσει τα δικαιώματα για το βιβλίο έναντι $100.000 με σκοπό να το εκδώσει τον Αύγουστο. Ομως, η έκδοση ακυρώθηκε λόγω απειλών που δέχτηκαν οι εκδότες και τελικά το βιβλίο κυκλοφόρησε στην Αμερική από τον Beaufort Books και στη Μ. Βρετανία από τους Gibson Square.

Ψευδώνυμα ασφαλείας
Ενα αντίδοτο για το φόβο της «επικήρυξης» είναι σαφώς η συγγραφή με λογοτεχνικό ψευδώνυμο. Τη λύση αυτή είχε επιλέξει για πολλά χρόνια ο διακεκριμένος Αλγερινός συγγραφέας Γιασμίνα Χάντρα, τον οποίο ο Νομπελίστας Τζ. Μ. Κούτσι έχει χαρακτηρίσει «έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς τού σήμερα». Το 2001 αποκαλύφθηκε ότι πίσω από το γυναικείο λογοτεχνικό ψευδώνυμο βρισκόταν ο αξιωματικός του Αλγερινού στρατού Μοχάμεντ Μουλεσεχούλ, που υιοθέτησε το ψευδώνυμο για να αποφύγει τα αντίποινα και τη λογοκρισία. Μία λύση την οποία πιθανόν θα ευχόταν να είχε επιλέξει ο Ρομπέρτο Σαβιάνο σήμερα…

Πατρίς, θρησκεία και μαφία

Ενα μεγάλο μέρος των απαγορεύσεων και των διωγμών οφείλονται στη θρησκεία, κάτι που εμείς το γνωρίσαμε παλαιότερα διότι αργότερα τα βιβλία που κυνηγήθηκαν ήταν πολιτικά και όχι θρησκευτικά. Εδώ όμως ζούμε ένα μεσαίωνα και σε πολλές χώρες υπάρχει μια εικονική δημοκρατία. Μια τέτοια περίπτωση είναι στην Τουρκία με το άρθρο 301. Υπάρχει όμως και ένα τρίτο καινούργιο φαινόμενο που δεν υπήρχε παλαιότερα και είναι η περίπτωση του Ρομπέρτο Σαβιάνο με το «Γόμορρα». Δηλαδή, το οργανωμένο έγκλημα έχει αποκτήσει τέτοια ισχύ και τέτοιο χρήμα που θεωρεί τους συγγραφείς εμπόδιο στην οικονομική του ανάπτυξη. Εγώ είπα κάποτε δημόσια στη Γερμανία ότι αν όλος ο κόσμος αξιολογεί την επιτυχία με βάση τη σχέση χαμηλή επένδυση-υψηλό κέρδος, τότε ο πιο επιτυχημένος επιχειρηματίας είναι η μαφία. Ακόμη δεν έχουμε καταλάβει στη Δύση την τεράστια ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος.

Πέτρος Μάρκαρης (συγγραφέας και πρόεδρος του ΕΚΕΒΙ)

(C) ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ
Κάδμου 7 & Δαιδάλου
Λιβαδειά 32100
τηλ. 22610.89970
fax 22610.81028