Δεκάδες ανέκδοτα κείμενα από το αρχείο του σπουδαίου Αργεντινού συγγραφέα κυκλοφορούν 25 χρόνια από τον θάνατό του
Οταν πεθαίνει ένας συγγραφέας, αργά ή γρήγορα βγαίνουν από συρτάρια και αρχεία τα «χαρτιά» του –ανέκδοτα κείμενα, σημειώσεις, αλληλογραφία– ένας δυνητικός θησαυρός στα χέρια των κληρονόμων, που αντιμετωπίζουν την πρόκληση της δημοσίευσης. Για τον Χούλιο Κορτάσαρ (1914 - 1984) η στιγμή αυτή άργησε να έρθει. Χρόνια μετά τον θάνατό του Αργεντινού συγγραφέα, η Αουρόρα Μπερνάρντες, η χήρα και κληρονόμος του, αποφάσισε ν’ ανοίξει πέντε κιβώτια ασφυκτικά γεμάτα με χειρόγραφα. Αρχισε να τα αποδελτιώνει τον Δεκέμβριο του 2006, με τη βοήθεια του Κάρλες Αλβαρες, μελετητή και φανατικού θαυμαστή του Κορτάσαρ. Ενθουσιασμένος από την ανακάλυψη, ο Αλβαρες εγκατέλειψε τη δουλειά του σε δημόσια υπηρεσία για να αφοσιωθεί στην τακτοποίηση του τεράστιου αυτού υλικού, πάντα σε στενή συνεργασία με την γηραιά κ. Μπερνάντες.
Τυπικά, η Αουρόρα Μπερνάντες, 91 ετών σήμερα, δεν είναι χήρα του Κορτάσαρ, παρότι ο συγγραφέας την όρισε μοναδική κληρονόμο των συγγραφικών του δικαιωμάτων. Υπήρξε η πρώτη σύζυγός – παντρεύτηκαν το 1953 και έζησαν μαζί στο Παρίσι μέχρι τον χωρισμό τους, το 1968. Η δεύτερη σύζυγός του, η Καναδή συγγραφέας Κάρολ Ντάνλοπ, πέθανε το 1982, και την επόμενη χρονιά ο Κορτάσαρ αρρώστησε από λευχαιμία. Η Μπερνάντες, παντοτινή φίλη παρά τον χωρισμό τους, έμεινε κοντά του για να τον φροντίζει στη διάρκεια της αρρώστιας του, ώς τον θάνατό του το 1984.
Καθημερινές ανακαλύψεις
Η απογραφή του τεράστιου ανέκδοτου υλικού κράτησε ένα χρόνο, καταλήγοντας σε εκατό ντοσιέ που περιέχουν 750 «θέματα». «Τους τρεις πρώτους μήνες ανακαλύπταμε ένα ανέκδοτο κείμενο κάθε μέρα», λέει ο Αλβαρες, έκπληκτος ακόμα. Η δύσκολη δουλειά της επιλογής τελείωσε πρόσφατα, και τον Μάιο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Alfaguara, στην Αργεντινή και στην Ισπανία, ένα βιβλίο 450 σελίδων με τίτλο που ανταποκρίνεται στην περιπέτεια – «Papeles inesperados», «Αναπάντεχα χαρτιά». Θα περιέχει μια αληθινή πανδαισία - ένετεκα διηγήματα που δεν έχουν περιληφθεί σε καμιά συλλογή, ένα ανέκδοτο κεφάλαιο από το μυθιστόρημα «Το βιβλίο του Μανουέλ», έντεκα επεισόδια με πρωταγωνιστή τον Λούκας, άλτερ έγκο του Κορτάσαρ στο βιβλίο «Un tal Lucas», τα οποία δεν υπήρχαν στην αρχική έκδοση το 1979, δεκατρία ανέκδοτα ποιήματα… Ενα πολύτιμο δώρο για όσους αγαπούν τον Αργεντινό συγγραφέα, στην επέτειο των 25 χρόνων από τον θάνατό του.
Εκτός από τα ανέκδοτα λογοτεχνικά κείμενα, τα οποία σύμφωνα με τους επιμελητές δεν υστερούν καθόλου σε σύγκριση με εκείνα που έχουν δημοσιευτεί, ο «θησαυρός Κορτάσαρ» περιλαμβάνει τέσσερις χιουμοριστικές «αυτο-συνεντεύξεις» κείμενα για τις μεγάλες αδυναμίες του (ζωγραφική, φωτογραφία, μουσική τζαζ), καθώς και άρθρα περί λογοτεχνίας, πολιτικής, ταξιδιών κ.λπ., ανάμεσά τους και το κείμενο της ομιλίας του στην τελετή που έγινε όταν του δόθηκε η γαλλική υπηκοότητα. Η αναρχική παραγωγικότητά του ανάγκασε τους επιμελητές του βιβλίου να ανοίξουν ένα κεφάλαιο με κείμενα «εκτός κατάταξης», συναρπαστικά λεκτικά παιχνίδια που αγγίζουν την κατηγορία του επιγράμματος. Πέρα από το λογοτεχνικό της ενδιαφέρον, η έκδοση των «Papeles inesperados» θα είναι ένας φόρος τιμής στην εκπληκτική ποικιλία και την ευρηματικότητα που χαρακτηρίζουν το έργο του Κορτάσαρ, την ανοιχτή σκέψη του και το θερμό ενδιαφέρον του για τα ανθρώπινα.
Μυθιστοριογράφος που ανανέωσε τις αφηγηματικές τεχνικές, δεξιοτέχνης του διηγήματος και της ποιητικής πρόζας, ο Χούλιο Κορτάσαρ ανήκει, μαζί με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, τον Μάριο Βάργκας Γιόσα και τον Κάρλος Φουέντες στη γενιά εκείνη που τη δεκαετία του ’60 εκτόξευσε τη λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής στο διεθνές προσκήνιο, μια εντυπωσιακή άνθηση που κάθε άλλο παρά πρόσκαιρη ήταν. Το μυθιστόρημα «Το κουτσό» (έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τον «Εξάντα », σε μετάφραση Κώστα Κουντούρη) ήταν εκείνο που τον καταξίωσε διεθνώς, «η πιο επαναστατική επίθεση ενάντια στο παραδοσιακό μυθιστόρημα», όπως έγραψε ο κριτικός Σάουλ Γιούρκεβιτς. Ωστόσο, το λογοτεχνικό πεδίο του Κορτάσαρ είναι κυρίως το διήγημα, η σύντομη φόρμα. Ακόμα και τα μυθιστορήματά του φαίνονται φτιαγμένα από αυτοτελή, ετερόκλητα κομμάτια, που εναρμονίζονται σαν εμπνευσμένη σύνθεση κολάζ από το χέρι σουρεαλιστή ζωγράφου.
Το φανταστικό είναι μόνιμο σχεδόν συστατικό στα διηγήματά του. Ωστόσο, σε αντίθεση με τον νομπελίστα ομότεχνό του, τον Μάρκες, από το έργο του Κορτάσαρ απουσιάζουν το μπαρόκ και ο «μαγικός ρεαλισμός. Οι ήρωές του είναι σύγχρονοι άνθρωποι της πόλης, όπως ο ίδιος και οι αναγνώστες του, που ζουν σε γνώριμο περιβάλλον και κάνουν συνηθισμένα πράγματα. Το εξωπραγματικό γλιστράει ανεπαίσθητα μέσα στην καθημερινότητα, η «άλλη πλευρά των πραγμάτων» επεκτείνει λαθραία την επικράτειά της, οδηγώντας σε σκοτεινές πτυχές της ψυχής, σε περιοχές όπου η σιγουριά της λογικής υπονομεύεται και η πραγματικότητα συγχέεται με το όνειρο. Το χιούμορ και η παιγνιώδης διάθεση που αποτελούν βασικά συστατικά της γραφής του (χαρακτηριστικά που τον συνδέουν με τον μεγάλο συμπατριώτη και δάσκαλό του, τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες) κάνουν πιο εύκολη την αποδέσμευση από τα χαλινάρια του ορθολογισμού.
Το εξωπραγματικό στον Κορτάσαρ δεν έχει στόχο να προκαλέσει φρίκη και τρόμο, όπως συμβαίνει σε έργα των μεγάλων μετρ του είδους που, από τα μέσα του 19ου αιώνα, δημιούργησαν την παράδοση της λογοτεχνίας του φανταστικού. Η ανησυχία, η «δυσφορία της λογικής» που μπορεί να αισθανθεί ο αναγνώστης οφείλονται σε αναγνωρίσιμα στοιχεία που ανακαλύπτει στις ιστορίες του - βαθύτερες αγωνίες που αποφεύγει να αντιμετωπίσει, ανομολόγητα αισθήματα και σκέψεις. Ταυτόχρονα όμως απολαμβάνει την ευκαιρία που του δίνει ο συγγραφέας να ξεφύγει από τον συμβατικό τρόπο σκέψης, να δει την ανθρώπινη εμπειρία από διαφορετική σκοπιά ελευθερώνοντας τη φαντασία του.
Μερικά από τα ωραιότερα διηγήματα του Κορτάσαρ, πάντως, είναι απολύτως ρεαλιστικά, χωρίς καμιά μεταφυσική εκτροπή, όπως τα «Τέλος του παιχνιδιού», «Η Δεσποινίς Κόρα» και «Μετά το γεύμα», τα οποία περιλαμβάνονται στη συλλογή διηγημάτων «Αξολότλ» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πάπυρος, σε μετάφραση της Ισμήνης Κανσή. Είναι μια ανθολογία 19 διηγημάτων γραμμένων σε διαφορετικές εποχές, που αντικατοπτρίζουν τον πλούτο της δημιουργικής του πορείας. Πριν από μερικούς μήνες κυκλοφόρησε επίσης στα ελληνικά το τελευταίο του μυθιστόρημα, «Το βιβλίο του Μανουέλ» (εκδόσεις Κέδρος, μετάφραση Βασιλική Κνήτου) έργο για το οποίο τιμήθηκε στη Γαλλία με το βραβείο Medicis, to 1974.
Πολίτης του κόσμου
Η ζωή του Χούλιο Κορτάσαρ ακολούθησε, από την αρχή ώς το τέλος, τη διαδρομή ενός «πολίτη του κόσμου». Οταν ήταν μικρός, οι συμμαθητές του στο σχολείο τον φώναζαν «belgicano» γιατί έτρωγε το «ρο» και είχε γεννηθεί, κατά τύχη, στο Βέλγιο, όπου ο διπλωμάτης πατέρας του υπηρετούσε στην πρεσβεία της Αργεντινής στις Βρυξέλλες. Η οικογένεια επέστρεψε στο Μπουένος Αϊρες όταν ο Χούλιο ήταν τεσσάρων ετών. Παιδί φιλάσθενο, πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας κλεισμένος στο σπίτι, με μόνη συντροφιά το διάβασμα και πρώτο μέντορα τη μητέρα του, που φρόντιζε να τον εφοδιάζει με εκλεκτά βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Σπούδασε φιλολογία και από το 1938 άρχισε να δημοσιεύει έργα του σε λογοτεχνικά περιοδικά, ανάμεσά τους το Anales που διηύθυνε ο Μπόρχες. Είχε ήδη εκδώσει ποίηση, τρεις συλλογές διηγημάτων και το πρώτο του μυθιστόρημα («Τα βραβεία») όταν η εναντίωσή του στο περονικό καθεστώς τον οδήγησε στην αυτοεξορία. Το 1951 εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Παρίσι και εργάστηκε για πολλά χρόνια ως μεταφραστής στην Unesco.
Τα ταξίδια και η πολιτική, τα πολιτικά ταξίδια θα έλεγε κανείς, ήταν από τις κύριες συνιστώσες της ζωής του. Η επανάσταση της Κούβας, όπου πήγε για πρώτη φορά το 1963, έγινε αφορμή να ξυπνήσει το ενδιαφέρον του για τις πολιτικές εξελίξεις στη Λατινική Αμερική. «Η αγάπη της Κούβας για τον Τσε με έκανε να νιώσω τρομακτικά Αργεντινός στις 2 Ιανουαρίου, όταν ο χαιρετισμός του Φιντέλ στον κομαντάντε Γκεβάρα, εκεί όπου βρίσκεται, προκάλεσε επευφημίες διάρκειας δέκα λεπτών από τους 300.000 ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία της Επανάστασης», έγραψε το 1967 σε ένα φίλο του. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα οι σχέσεις του με τον Κάστρο ψυχράνθηκαν όταν ο Κορτάσαρ, μαζί με άλλους συγγραφείς, διαμαρτυρήθηκε για τη σύλληψη του Κουβανού ποιητή Εμπέρτο Παντίλια.
Το 1970, επισκέφθηκε τη Χιλή για να συμπαρασταθεί στον πρόεδρο Αλιέντε και στην κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας, που ανατράπηκε τρία χρόνια αργότερα με το πραξικόπημα του Πινοτσέτ. Το σπίτι του στο Παρίσι ήταν πάντα ανοιχτό για τους πολιτικούς πρόσφυγες από τη Χιλή και από άλλα δικτατορικά καθεστώτα, περιλαμβανόμενης και της Αργεντινής, ενώ τα συγγραφικά δικαιώματα πολλών έργων του τα πρόσφερε για την υποστήριξη πολιτικών κρατουμένων.
Εκανε επανειλημμένα ταξίδια στη Νικαράγουα, γοητευμένος από την Επανάσταση των Σαντινίστας, και μετέφερε τις εμπειρίες του στο βιβλίο «Νικαράγουα, τόσο βίαια γλυκειά». Το 1983, όταν είχε αποκατασταθεί η δημοκρατία στην Αργεντινή, ταξίδεψε για τελευταία φορά στην πατρίδα του, όπου η υποδοχή από τον κόσμο ήταν πολύ θερμή, σε αντίθεση με την ψυχρότητα των επίσημων αρχών. Πέθανε την επόμενη χρονιά στο Παρίσι. Σήμερα υπάρχει στο Μπουένος Αϊρες μια πλατεία που φέρει το όνομά του. Το ίδιο και στο Παρίσι, όπου το 2007 ο σοσιαλιστής δήμαρχος Μπερτράν Ντελανοέ έδωσε το όνομα του Κορτάσαρ σε μια μικρή πλατεία του Ιλ Σεν-Λουί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου